Υπάρχει λόγος που δεν μιλάω. Υπάρχει καλός λόγος που σιωπώ. Δεν είναι οι πολιτικό-οικονομικές εξελίξεις που με θλίβουν, δεν είναι οι άνθρωποι που βλέπω στις πορείες να βροντοφωνάζουν μανιασμένοι για κάτι που κάποιοι υπονόμευαν λίγο-λίγο δεκαετίες τώρα μπροστά στα μάτια μας, δεν είναι καν το ζοφερό μέλλον που σκιαγραφούν για τη χώρα μας κάθε τόσο οι ειδήμονες που με κάνει να σιωπώ. Αυτό που με κάνει να σιωπώ είναι η απόλυτη σαστιμάρα που αισθάνομαι κάθε που ανοίγω την τηλεόραση. Σαστίζω, που ενώ βουλιάζουμε, η ψηφοθηρία, η γραφειοκρατία των πολιτικών κομμάτων και ο πόλεμος εντυπώσεων και δηλώσεων συνεχίζεται ακάθεκτος με νέα «καραμέλα» αυτή τη φορά. Όλοι αναγνωρίζουν το μερίδιο ευθύνης τους, μα και όλοι γνωρίζουν τον τρόπο για να μας σώσουν. Το μεγάλο παζάρι της ελπίδας και εμείς ως γνήσιοι καταναλωτές και τζογαδόροι, ψάχνουμε απελπισμένα που θα ποντάρουμε το μοναδικό μας κεφάλαιο, αυτό της εμπιστοσύνης, που πια δεν μας περισσεύει.
Και να σου μέσα στο χαμό και το θωρηκτό-κρουαζερόπλοιο, νά σου και η εφοπλιστική οικογένεια αγκαλιά με τις μεταμεσονύχτιες βίζιτες της απόλυτης Ξανθιάς στα μουσεία. Κράτος, επιχειρήσεις, πορνεία και ιστορία, πιασμένες χέρι-χέρι σε έναν χορό άσκοπου αισθησιασμού που μας κάνει να χαμογελάμε, ενώ θα έπρεπε να κλαίμε, να σπαράζουμε στο κλάμα. Γίναμε πειραματόζωα της κάθε ξιπασμένης πλούσιας, της κάθε ξεπεσμένης ντίβας, του κάθε βαριεστημένου και μπουχτισμένου καναλάρχη. Ποντάρουν στην απελπισία μας και ως νέοι σωτήρες μας κοιμίζουν με φθηνές συνταγές. «Αυτοί είστε» μας λένε, «δεχτείτε το και διασκεδάστε το». Καλοκαιρινές εκπτώσεις, έτσι τις ονομάζω εγώ, μια και μας τραβάνε πάντα προς τα κάτω, προς τον πάτο της υπομονής και της λογικής μας.
Και οι αποκαλύψεις δεν έχουν τέλος, κάθε μέρα και μια καινούργια. Και να σου τα άρθρα στο τύπο και νά σου οι φωτογραφίες για του λόγου το αληθές. Πόση σιωπή ανεχτήκαμε; Πόση συγκάλυψη και βόλεμα σε αυτή τη χώρα; Και πόσα ακόμη αγνοούμε; Άραγε ποιανού τα συμφέροντα θα θιγούν μετά για να μπορέσουμε επιτέλους να τα μάθουμε;
Καμιά φορά παίρνω τους δρόμους, πιστεύοντας πως αν βρεθώ μέσα στο πλήθος, θα μπορέσω να σφιγομετρήσω επαρκώς το κοινό αίσθημα, θα πάρω απαντήσεις. Στη λαϊκή της γειτονιάς, οι γυναίκες ορμούν με φόρα πάνω στους πάγκους, ψάχνουν αλαφιασμένες από τον κόσμο και τη ζέστη του καλοκαιριού για το προϊόν με την καλύτερη ποιότητα και τη φθηνότερη τιμή. Είμαστε εκπαιδευμένοι στο να βρίσκουμε ποιότητα στη φθήνια. Είμαστε εκπαιδευμένοι να κρύβουμε τη φτώχεια μας, ξετρυπώνοντας τις καλύτερες προσφορές. Αυτό που δεν μάθαμε ακόμη είναι να λέμε την αλήθεια και να δεχόμαστε τις συνέπειες.
«Ποια κρίση και βλακείες, τα μαγαζιά είναι γεμάτα από κόσμο», μου λέει μια φίλη. Ναι, η φτώχεια θέλει καλοπέραση και τα άδεια βλέμματα επιζητούν κάτι αληθινό, κάτι καθημερινό για να ξαποστάσουν πάνω του και να ξορκίσουν τις τηλεοπτικές εικόνες. «Ομορφαίνεις», μου λένε οι φίλοι. Ναι, είναι που το βλέμμα και το μυαλό μου έχουν παγώσει, σαν αυτά που βλέπεις στις φωτογραφίες των περιοδικών, και μένω πια αναλλοίωτη στο χρόνο. Όταν το μυαλό σου πάψει να λειτουργεί, το δέρμα σου λάμπει, αυτή είναι η αλήθεια. Μια αλήθεια που την διδαχθήκαμε από μικρά παιδιά, βλέποντας ασταμάτητα τηλεόραση και διαβάζοντας τα lifestyle περιοδικά του κ. Κωστόπουλου.