3 Μαΐου 2010

Η εγχείρηση πέτυχε. Ο ασθενής απεβίωσε.


Την έλεγε συχνά ο πατέρας μου αυτή τη φράση. Την έλεγε συχνά, γιατί ήταν μια φράση που χρησιμοποιούσαν μεταξύ τους οι φοιτητές της ιατρικής, θέλοντας με αυτό τον τρόπο να δείξουν τη διαφορά (για να μην πω χάσμα) που υπάρχει μεταξύ του τεχνικού μέρους της επιστήμης και τη σημασία της ανθρώπινης ζωής. Μια εγχείρηση λοιπόν μπορεί να είναι επιτυχημένη –από άποψη τεχνικής- αλλά να μην έχει καμία θετική έκβαση για τον ασθενή. Κάπως έτσι βλέπω και εγώ τα οικονομικά και πολιτικά μυαλά που μας κυβερνούνε, σαν γιατρούς που κατέχουν την τεχνική για να μας σώσουν, αλλά σπαταλάνε το χρόνο τους προσπαθώντας να πείσουν τους εαυτούς τους ουσιαστικά εάν η τεχνική που χρησιμοποίησαν ήταν η ενδεδειγμένη ή όχι.

Το αστείο είναι πως εκφράζονται και σαν γιατροί. «Η Ελλάδα έχει μπει στην εντατική», «Ξέρουμε ότι είναι δύσκολη η πορεία, αλλά δεν υπάρχει άλλη θεραπεία», «με βάση τα δεδομένα της κατάστασης σας, αυτό που σας προτείνουμε είναι ο μοναδικός τρόπος για να ξεπεράσετε το πρόβλημα», «κάντε κουράγιο, είμαστε εδώ για να το παλεύσουμε μαζί» και άλλα τέτοια ωραία. Και φυσικά, κανένας γιατρός δεν θα σου πει «Πάρ’ το απόφαση, είσαι στα τελευταία σου». Κανένας γιατρός δεν θέλει να είναι αυτός που θα σου πει όλες τις λεπτομέρειες της κατάστασης σου. Κανένας δεν θα πάρει επάνω του την απελπισία που πιθανώς θα σε γεμίσει μια εμπεριστατωμένη και ειλικρινής διάγνωση. Σε αυτές τις περιπτώσεις, οι γιατροί απλά σου λένε «Πάρτε και μια δεύτερη γνώμη» και σε παραπέμπουν στον επόμενο για να βγάλει εκείνος το φίδι από την τρύπα.

Νιώθω και εγώ σαν αυτούς τους δύστυχους ασθενείς. Ακούω γνώμες παντού, το μυαλό μου έχει βραχυκυκλωθεί από την πολύ πληροφόρηση. «Μέρες παράξενες, θαυμάσιες μέρες, θα μείνω εδώ, δεν έχω που να κρυφτώ», τραγουδάνε οι Active Member. Το βάζω λοιπόν τέρμα στα ηχεία και ξεκινάω. Προσπαθώ να κάνω αυτό που δεν έκαναν ποτέ οι πολιτικοί. Προσπαθώ να αφουγκραστώ τον κόσμο γύρω μου.

Ο Κώστας είναι εργάτης χημικής βιομηχανίας εδώ και 13 χρόνια, δουλειά κουραστική και επικίνδυνη. Μισεί τη δουλειά του. Με την ανακοίνωση των νέων μέτρων άρχισε και εντός της βιομηχανίας που εργάζεται η φημολογία και τα υπονοούμενα για απολύσεις. Ο Κώστας συνεχίζει να ξυπνά κάθε πρωί (στις 5) και να σιχτιρίζει την τύχη του, μα τώρα πια, είναι αναγκασμένος να ευχαριστεί παράλληλα και το Θεό που έχει ακόμη κάτι για να σχιτιρίζει, δηλαδή τη δουλειά του.

Η Μαριλένα δουλεύει στο Δήμο με σύμβαση εδώ και 14 χρόνια. Όπου να’ ναι μονιμοποιείται. Στα χρόνια της εκεί μέσα έχει δει πολλά. Σπατάλες, γκόμενες πολιτικών προσώπων σε υψηλές θέσεις, πολιτικά παιχνίδια, ξεκατινιάσματα, πισώπλατες μαχαιριές και άλλα. Το στομάχι της έχει δεθεί κόμπο στην ιδέα ότι θα πρέπει να συνυπάρχει με όλους αυτούς μέχρι να βγει στη σύνταξη. Κάθε βράδυ με παίρνει τηλέφωνο για να μου πει πως θέλει να παραιτηθεί. Κάθε βράδυ της λέω πως οι εποχές είναι δύσκολες, να κάτσει στα αυγά της. Κάθε βράδυ με πιστεύει. Μέχρι να ξημερώσει όμως έχει αλλάξει πάλι γνώμη και με ξαναπαίρνει τηλέφωνο.

Η Ρένα είναι καθηγήτρια Αγγλικών. Δουλεύει σε φροντιστήρια που την προσλαμβάνουν το Σεπτέμβριο και την απολύουν κάθε Μάιο. Κάθε φορά τρέχει πανικόβλητη στο ΙΚΑ να δει αν οι εργοδότες της κόλλησαν όλα τα ένσημα, μια και τα λεφτά του ταμείο ανεργίας είναι το μόνο της εισόδημα τους καλοκαιρινούς μήνες. Η Ρένα έχει κουραστεί και θέλει να αφήσει την τωρινή δουλειά της, θέλει να βρει κάτι καινούργιο, πιο κοντά στο σπίτι της, μια και το μισό μισθό της τον δίνει σε βενζίνες. Μένει μόνη, πληρώνει ενοίκιο, τα έξοδα τρέχουν και με 500 ευρώ το μήνα δεν τα βγάζει πέρα. Κι όμως, όταν ακούει τους μαθητές της να λένε πως ονειρεύονται να μπουν στην αστυνομία ή στο στρατό όταν μεγαλώσουν, εξοργίζεται. Δεν την κατηγορώ. Μπορώ να καταλάβω απόλυτα γιατί τα νέα μέτρα την ικανοποίησαν. Η σιγουριά και η άνεση του δημοσίου έγινε όνειρο θερινής νυκτός και κάποιοι θα αναγκαστούν να ξεβολευτούν και να τα φέρουν δύσκολα πέρα. Η Ρένα τα φέρνει δύσκολα πέρα εδώ και μια δεκαετία. Καιρός να μπούνε κι’ άλλοι στη θέση της.

Η κυρά-Όλγα είναι κοντά στα 70. Μεγάλωσε μέσα στη φτώχεια και τις στερήσεις. Έκανε μια ζωή οικονομία, μεγάλωσε 2 παιδιά, τα σπούδασε και όταν ο άντρας της βγήκε στη σύνταξη, αποφάσισε και αυτή επιτέλους να ζήσει την άνετη ζωή. Τα νέα μέτρα όμως της χάλασαν τα σχέδια, η σύνταξη του άντρα της έμεινε σχεδόν μισή. «Δεν με νοιάζει εμένα», μου είπε, «εγώ ξέρω να ζω και με λίγα, τα παιδιά μου λυπάμαι, δεν θα έχουν δουλειά και εγώ δεν θα έχω τα χρήματα να τα βοηθήσω». Μου είπε και κάτι άλλο, το οποίο με ώθησε να γράψω όλα τα παραπάνω. «Όλοι αυτοί μιλάνε για τη σωτηρία της χώρας μας», μου είπε οργισμένη και συμπλήρωσε, «ναι, η χώρα θα σωθεί, αλλά οι κάτοικοι της θα έχουν ψοφήσει μέχρι τότε». Η εγχείρηση πέτυχε λοιπόν, αν και ο ασθενής απεβίωσε.

Δεν ανήκω στους βολεμένους. Τα μέτρα δεν με αγγίζουν, είμαι παιδί του ιδιωτικού τομέα. Ένα πράγμα μόνον με τρομάζει. Οι «εκπτώσεις». Ναι, κύριοι, οι «εκπτώσεις». Με τρομάζει η ιδέα πως οι άνεργοι θα φτάσουν το 1 εκατομμύριο μέχρι τα τέλη του καλοκαιριού. Αυτό σημαίνει πως ο επόμενος εργοδότης μου θα μου πει: «Θα δουλεύεις 12 ώρες, θα πληρώνεσαι για 8. Αύξηση μην ονειρεύεσαι. Θα έχεις 5 πόστα και θα πληρώνεσαι για ένα και αν δεν σ’ αρέσει, στο καλό, ουρά περιμένουν απ’ έξω». Αυτό σημαίνει «εκπτώσεις» στη γνώση, «εκπτώσεις» στην προσωπική μας ζωή και στον ελεύθερο χρόνο μας και πάνω απ’ όλα, «εκπτώσεις» στην αξιοπρέπεια μας. Ναι, αυτό πραγματικά με τρομάζει.

Δεν υπάρχουν σχόλια: