28 Μαρτίου 2011

To be (a child) or not to be? That is the question…


Βλέποντας χθες αργά το βράδυ την εκπομπή «Πρωταγωνιστές», με θέμα τη σχολική βία, μου ήρθε στο μυαλό η φράση του Νίτσε: Η τραγωδία του ανθρώπου είναι…ότι κάποτε υπήρξε παιδί.
Τα ελληνικά σχολεία έχουν κάνει διάφορες στροφές (ή μήπως καλύτερα περιστροφές, για την ώρα κυρίως γύρω από τον εαυτό τους) για να αντιμετωπίσουν όσο πιο αποτελεσματικά μπορούν τα νέα δεδομένα που ήρθαν ακάλεστα στις αίθουσες τους, με την άφιξη της νέας γενιάς μαθητών. Για τον κόσμο των εκπαιδευτικών η αιτία για αλλαγές και εξεύρεση εναλλακτικών λύσεων στο πρόβλημα της σχολικής βίας μπορεί όντως να περιστρέφεται αποκλειστικά γύρω από  τη συμπεριφορά των παιδιών και των εφήβων που έχουν υπό την επίβλεψη τους, αλλά τα σύνδρομα που κουβαλούν τα παιδιά-έφηβοι μέσα τους και εξωτερικεύουν στις σχολικές αυλές με αυτή τη βίαια συμπεριφορά, είναι ουσιαστικά δική μας ευθύνη. Κανένα παιδί δεν γεννιέται τσαμπουκάς, τσαμπουκάς και τραμπούκος γίνεται στην πορεία, τόσο μέσα από αυτά που βλέπει να διαδραματίζονται μέσα στο σπίτι του, όσο και με αυτά που βιώνει εκτός σπιτιού.
Οι αιτίες για τους τσακωμούς και τις βιαιοπραγίες στις σχολικές αυλές που εξιστόρησαν οι μαθητές που μίλησαν στην κάμερα είναι ασήμαντες, αν όχι γελοίες στα μάτια των μεγάλων. Τα αγόρια μαλώνουν για τις ομάδες και για τα κεκτημένα τους, για να διατηρήσουν και να προστατεύσουν το «ανδρικό προφίλ» τους, να οριοθετήσουν τη θέση τους εντός της ομάδας. Τα κορίτσια πάλι μαλώνουν κυρίως για τα αγόρια. Πράγματα ασήμαντα και μικρά, σωστά; Ας γίνουμε κομματάκι πιο ειλικρινείς και θα ανακαλύψουμε ότι τα παιδιά συμπεριφέρονται ακριβώς όπως εμείς, οι –δήθεν- ενήλικοι.
Ένα τσούρμο (ναι, έτσι βλέπω εγώ τους ψυχαναλυτές) –κυρίως αρσενικών- ψυχαναλυτών έχει γράψει τόμους ολόκληρους σχετικά με τη διαμόρφωση του συνειδητού και του υποσυνείδητου στη μικρή ηλικία και όλοι τους παραδέχονται πως η οριοθέτηση του εαυτού γίνεται αναπόφευκτα μέσα από τη σύγκριση που κάνουμε με το όμοιο αλλά και «το άλλο», το διαφορετικό από εμάς, καθώς και μέσα από το φόβο της τιμωρίας ή του εξοστρακισμού, σε περίπτωση που εκφράσουμε ή υλοποιήσουμε τις παραβατικές μας (για τα κοινωνικά-ηθικά δεδομένα της κουλτούρας στην οποία μεγαλώνουμε) επιθυμίες. Δανειζόμενοι τις θεωρίες της ψυχανάλυσης, τόσο οι φιλόσοφοι, όσο και τα «ακαδημαϊκά ξαδέρφια» τους, οι κοινωνικοί επιστήμονες, πήγαν το θέμα της ανθρώπινης ταυτότητας ένα βήμα παραπέρα, εξετάζοντας τα πολιτισμικά-κοινωνικά στοιχεία της κάθε κουλτούρας και πως αυτά διαμορφώνουν την συνειδητή εικόνα του εαυτού μας. Προέχει, νομίζω, λοιπόν, να εξετάσουμε ποιο είναι αυτό το «όμοιο» και το «άλλο» που διαμορφώνει τη συμπεριφορά αυτών των παιδιών που είχαν το θάρρος να μιλήσουν στη χθεσινή εκπομπή.
Το θέμα της ανδρικής αυτοεκτίμησης, της οριοθέτησης της θέσης εντός του συνόλου ή της επιβολής των προτιμήσεων/απόψεων στους γύρω δεν περιορίζεται μόνον στα στενά όρια της σχολικής αυλής για τους μετέπειτα άντρες. Σε μια κοινωνία, όπου η φανέλα της ομάδας αποτελεί ιερό σύμβολο (ευτυχώς, όχι για όλους) και μετά από κάθε ποδοσφαιρικό αγώνα το ξύλο και οι φθορές είναι αναμενόμενες –και κυρίως δίχως παραδειγματική τιμωρία- είναι λογικό τα παιδιά να μαλώνουν για τις ομάδες στις σχολικές αυλές. Σε μια κοινωνία, που δεν έχει καταφέρει να υπερβεί και να αποδομήσει εποικοδομητικά τους μύθους και τους λεονταρισμούς του παρελθόντος ή δεν έχει καταφέρει να ξεπεράσει την εμμονή της με το πώς δείχνεις και όχι το τι πραγματικά είσαι, είναι λογικό τα αγόρια να μετράνε τη δύναμη τους με μπουνιές και βρισιές. Βλέπετε, για την ώρα η μόνη δύναμη που έχουν να επιδείξουν είναι η λεκτική και σωματική. Σε μερικά χρόνια, την ίδια συμπεριφορά θα την αναπαράγουν μέσα από την επίδειξη πλούτου, κοινωνικού και επαγγελματικού πρεστίζ ή ακόμη και μέσω των κατακτήσεων/επιδόσεων τους στο σεξουαλικό τομέα.
Το ίδιο, βέβαια, ισχύει και για τα κορίτσια. Μεγαλωμένα  -τόσο μέσα από την οικογένεια τους όσο και μέσα από τα σχόλια/αντιδράσεις του περίγυρου τους- να αντιλαμβάνονται την αξία τους με μοναδικό γνώμονα την ομορφιά και την κοινωνική τους θέση, είναι λογικό να ενδιαφέρονται πρωτίστως να ενισχύσουν το μοναδικό «νόμισμα» που τους δίνει η ζωή, δηλαδή την εμφάνιση τους. Και τι καλύτερος τρόπος να νομιμοποιηθεί η αξία τους, παρά μέσα από τα μάτια-αντιδράσεις-σχόλια των αντρών και των γυναικών που τα περιτριγυρίζουν; Τα παιδιά, λοιπόν, μπαίνουν από νωρίς στο φαύλο κύκλο (διότι είναι φαύλος, ας μην γελιόμαστε, κανείς δεν αγγίζει την τελειότητα δίχως να ψεύδεται ασύστολα ή τη βοήθεια του photoshop) των δικών μας επιλογών, της αναπαραγωγής της δικής μας διαπαιδαγώγησης.
Τι μας μένει, λοιπόν; Κόμπλεξ κατωτερότητας, άγχος, χαμηλή αυτοεκτίμηση και ένας αγώνας δρόμου να αγγίξουμε την τελειότητα σε όλους τους τομείς, μέχρι τα βαθειά γεράματα, όπου πλέον βλέπουμε την πλάνη στην οποία πέσαμε από μικροί και αναπολούμε το χαμένο μας χρόνο. Μας μένει επίσης μπόλικο υλικό για να κάνουμε εκπομπές και να σιχτιρίζουμε συμπεριφορές. Μας μένει η ψευδαίσθηση πως μέσω της διαμεσολάβησης, η βία εξαλείφεται εντός του σχολείου και ας αναπαράγεται ασύστολα εκτός της σχολικής αυλής. Μας μένει και ο πόνος, η ντροπή, τα απωθημένα της απόρριψης όλων αυτών των ανθρώπων που ακούσαμε να μιλάνε, ως ενήλικοι πλέον, για τη μοναξιά που τους φόρτωσε ως παιδιά η διαφορετικότητα τους.
Κάποιοι το ξεπερνάνε, πολλοί όμως όχι. Κάποιοι το χρησιμοποιούν προς όφελος τους, οι περισσότεροι όμως όχι. Όλοι αυτοί, οι –ουσιαστικά στραπατσαρισμένοι έφηβοι των σχολικών αυλών μας- είναι οι αυριανοί μας πολίτες, φίλοι, εραστές, σύντροφοι και γονείς. Ο φαύλος κύκλος των ανθρώπινων σχέσεων δεν είναι ποτέ αναίτιος, δεν είναι ποτέ τυχαίος. Ο φαύλος κύκλος της ασυνεννοησίας μας ξεκινά από πολύ νωρίς σε αυτή τη ζωή και λύση δεν είναι η διαμεσολάβηση, όπως παρουσιάζεται τουλάχιστον στα σχολεία. Λύση, σίγουρα, είναι ο διάλογος, αλλά ακόμη και αυτός, εξαρτάται από τις συνθήκες και το συνομιλητή σου, στοιχεία και τα δύο που δυστυχώς δεν είναι ποτέ αθώα και απαλλαγμένα από όλα τα σύνδρομα και συμπεριφορές που περιγράψαμε παραπάνω.
Και επειδή δεν είμαι καλή στο να δίνω λύσεις (διότι δεν θα με ακούσει και κανένας, έτσι και αλλιώς) αφήνω τον καθένα να το σκεφτεί μόνος του. 

25 Μαρτίου 2011

Keep the Faith!


«Ο άνθρωπος πότε δεν νικιέται, καταστρέφεται μόνον». Αυτό πίστευε ο Χέμινγουεϊ, αυτά είναι και τα λόγια που έβαλε στο στόμα του ήρωα, αγωνιστή και αιώνιο σύμβολο του βιβλίου του «Ο Γέρος και η Θάλασσα». Βέβαια, η φιγούρα του Γέρου στο βιβλίο του Χέμινγουεϊ συμβολίζει ένα άλλο είδος ήρωα, αρκετά διαφορετικό από αυτούς που γιορτάζουμε και μνημονεύουμε σήμερα, μια και, όλοι γνωρίζουμε πλέον, πως και με ποιους τρόπους η ανθρώπινη ιστορία «στήνει» τους ήρωες της, ειδικά όταν επάνω τους δομεί την ιδέα της εθνικής ταυτότητας και ενότητας. Η κατασκευή του κάθε ήρωα, είτε στην ιστορία είτε στη λογοτεχνία, πρέπει να εμπεριέχει το πανανθρώπινο στοιχείο εντός της, ώστε να έχει απήχηση. Σε αντίθεση, όμως, με την ανθρώπινη ιστορία, που αναζητά να ενώσει ανθρώπους, με μοναδικό κοινό τη γεωγραφική τους θέση και την κοινή δυσαρέσκεια ενάντια στον κατακτητή, η λογοτεχνία αντλεί την αξιοπιστία της (η την αίσθηση ρεαλισμού, αν θέλετε) μέσα από την κατασκευή ηρώων, οι οποίοι ξεπερνούν τα γεωγραφικά σύνορα και μιλούν απευθείας στη ψυχοσύνθεση του ανθρώπου σε όποιο σημείο της γης και αν βρίσκεται.
Ο Γέρος του Χέμινγουεϊ, αν και όταν ξανοίγεται στον αχανή ωκεανό, έχει ως αναφορά για τον προσανατολισμό του τα φώτα της Αβάνας, δεν ανήκει σε καμία εθνότητα και καμία πατρίδα. Η μάχη που δίνει είναι συμβολική, όπως συμβολικές είναι και οι αντιξοότητες που συναντά σ’ αυτό το μοναχικό του ταξίδι, που μοναδικό του σκοπό έχει την επιβίωση. Απλός, ανθρώπινος, αλλά και τόσο χαρακτηριστικός των κοινωνικό-οικονομικών συνθηκών που τον γέννησαν και τον έθρεψαν, ξέρει καλά το ρόλο του σ’ αυτή τη ζωή και αρνείται πεισματικά να ηττηθεί ή να αφήσει τη μοναξιά και τα γεράματα να τον καταβάλλουν. Αγωνίζεται μέχρι και την τελευταία του πνοή στην ερημιά του ωκεανού, διότι αυτός είναι ο προορισμό του, δίχως αμφισβητήσεις και «αν».  Ο Χέμινγουεϊ υμνεί το ανθρώπινο αγωνιστικό μεγαλείο και εμείς, καταμεσής του 2011, σχεδόν 60 χρόνια μετά την έκδοση του βιβλίου του, καλούμαστε να το ανακαλύψουμε εκ νέου.
Φυσικές καταστροφές, ραδιενεργά νέφη, εξεγέρσεις και αιματοχυσίες, χιλιάδες απειλές και εφιαλτικά σενάρια σιγομουρμουρίζουν πάνω από τα κεφάλια μας, σαν μια κορεσμένη φούσκα, γεμάτη φόβο και θλίψη, έτοιμη να σκάσει και να ξεράσει πάνω μας ένα ντόμινο συνεπειών. Το ντόμινο της ύπαρξης μας δεν πέφτει πια σε ευθείες γραμμές και τέλεια υπολογισμένες γωνίες. Πέφτει στα κουτουρού και ανάκατα, πανικόβλητο και αποκαμωμένο, σπρώχνει και παρασέρνει μαζί του ότι βρει σε κοντινή απόσταση. Ο αφανής οικονομικός πόλεμος έφερε μαζί του την ανεργία, η οποία άγγιξε το 22% στη χώρα. Τα στεγανά μας πέφτουν σιγά-σιγά από το βάρος των νέων δεδομένων. Στους δρόμους οι εκπαιδευτικοί αυτή τη φορά, να σταματάνε μαθητικές παρελάσεις, να φωνάζουν συνθήματα, να ψάχνουν τις κάμερες για δηλώσεις. Το υδροκέφαλο τέρας του δημοσίου αρχίζει να μασουλάει τις σάρκες του, να χωνεύει ότι βρει μπροστά του, ακόμα και τα ίδια του τα «παιδιά» σε μια προσπάθεια συμμαζέματος, που όμως δεν πείθει κανέναν. Η φουρτούνα δεν λέει να κόψει, κανέναν σενάριο δεν επιβεβαιώνεται, δεν διαλευκαίνεται, δεν τιμωρείται και όμως, νέα βγαίνουν στον αφρό της ενημέρωσης μας.
Συσκέψεις επί συσκέψεων, τα μεγάλα μυαλά ψάχνουν λύση και κάθε τόσο δίνουν συγχαρητήρια στους εαυτούς τους, κάνουν πανηγυρικές δηλώσεις, δίχως να υπάρχει πουθενά γιορτή. Λεκτικά πυρά και αναλύσεις επί αναλύσεων από την άλλη, στην Ελλάδα του 2011 έχουμε γίνει όλοι –με το στανιό- διεθνολόγοι, πολιτικοί αναλυτές, δημοσιογράφοι και πάνω απ’ όλα οικονομολόγοι. Αναγκαστήκαμε να μάθουμε λίγο απ’ όλα για να μπορέσουμε να ελέγξουμε επιτέλους όλους αυτούς που χρόνια τώρα πληρώναμε, με την πεποίθηση ότι θα κάνουν τη δουλειά που τους αναθέσαμε, θα μας εκπροσωπήσουν και θα μας προστατέψουν. Είμαστε η πιο αποτυχημένη επιχείρηση στα χρονικά της διαχείρισης. Η παραλογία έχει γίνει καθημερινότητα και για να τη χωνέψουμε το ρίξαμε στα γιαούρτια και τις καφρίλες, στα γιουχαΐσματα και την ατελείωτη φλυαρία όπου και όποτε μας δοθεί η ευκαιρία να εκφέρουμε άποψη.  
Αυτό τον καιρό νιώθω σαν το Γέρο του Χέμινγουεϊ, χαμένη στον τεράστιο ωκεανό της «ανταγωνιστικής, εγωκεντρικής κοινωνικό-πολιτικής πραγματικότητας» που με ρίξανε να ζω. Δεν διάλεξα το σκηνικό, μα αυτό εμένα. Αυτό που πρέπει να διαλέξω είναι απλά ο τρόπος που θα το αντιμετωπίσω. Η γενιά των 30+ είναι πραγματικά ξεχασμένη καταμεσής του πελάγους, να παλεύει μόνη της με τα στοιχεία της φύσης και αυτό το αναθεματισμένο ψάρι, που μας πάει όπου θέλει και μας ταλαιπωρεί, τεστάροντας κάθε φορά τα όρια μας. Ο άνθρωπος, λοιπόν, δεν νικιέται, μόνον καταστρέφεται. Ο άνθρωπος, λέει, μάχεται περιχαρακωμένος στον εαυτό του, μόνος και έρημος, αντιμέτωπος με τις φοβερές ανταγωνιστικές αντιθέσεις που παρουσιάζει ο κόσμος του.
Ο δικός μου κόσμος μαστίζεται από αβεβαιότητα, φόβο, συγκρούσεις, ορατές και αόρατες απειλές, ραδιενεργά νέφη και ακατάπαυστη φλυαρία, κενότητα λόγων και πράξεων, απολίτιστες διαφωνίες, τεχνοκρατία και στυγνό ορθολογισμό στη θέση του συναισθήματος. Αναρωτιέμαι καμιά φορά, αν όντως είμαστε οι μικροί ήρωες που οραματίστηκαν οι λογοτέχνες, αν όντως ο άνθρωπος έχει γεννηθεί για να μάχεται και κατά πόσο τελικά αυτός ο αγώνας είναι μοναχικός, όπως τον περιγράφει ο Χέμινγουεϊ στις σελίδες του βραβευμένου του βιβλίου. Αναρωτιέμαι, απλά, αν υπάρχει σύμπαν πέρα από αυτή τη βάρκα στην οποία αρμενίζουμε ο καθένας ξεχωριστά και κατά πόσο αυτή η «μοναξιά του αγωνιστή» είναι επιβεβλημένη. Στη θάλασσα αυτή που πέσαμε υπάρχουν πολλά ψάρια και άλλοι τόσοι κίνδυνοι και όποιος θέλει να επιβιώσει, μάλλον θα πρέπει να ξεθάψει τον «ήρωα» από μέσα του. Αν, όντως, αυτή είναι η αποστολή μας και ο ρόλος μας, τότε, το μόνο που έχω να προτείνω είναι να τον κάνουμε λίγο λιγότερο μοναχικό.
Καλημέρα!

Πέρασε πολύς καιρός
κι έχω αρχίσει να φοβάμαι
πως σε δάση και βουνά
μοναχός μου θα κοιμάμαι.
Κι έτσι σε λιμάνι δένω
με το φως μου αναμμένο
πάντα θα σε περιμένω...
θα σε περιμένω...


24 Μαρτίου 2011

-What do you do? -I’ am a comedian!!


Στο ντοκιμαντέρ για τη ζωή του, με τίτλο Believe, ο Eddie Izzard, ο βραβευμένος με ΕΜΜΥ άγγλος stand-up κωμικός, λέει χαρακτηριστικά ότι ο κωμικός-κειμενογράφος θα πρέπει να τσεκάρει και να κρίνει συνεχώς τον εαυτό του, αν θέλει να μην χάσει το παιχνίδι. Φανταστείτε λίγο πως πρέπει να είναι η ζωή ενός τέτοιου καλλιτέχνη, όπου σε κάθε παράσταση θα πρέπει να δοκιμάζει, να ανασκευάζει, να ανανεώνει και να προσαρμόζει το υλικό (ειδικά όταν το γράφει ο ίδιος) και την ερμηνεία του, ώστε να μην χάνει την επαφή με την τέχνη του και το κοινό του! Το λιγότερο κουραστική, για να μην πω αγχωτική.
Το είδος κωμωδίας stand-up δεν ευδοκιμεί στην Ελλάδα, ακριβώς επειδή είναι δύσκολο είδος, αλλά και αυτό που ευδοκιμεί –βλέπε Λαζοπουλός- το καταφέρνει χάριν στην πολυδάπανη και πολυμελή ομάδα παραγωγής που έχει πίσω του ο κάθε κωμικός, για να μην πω για την αίγλη και άμεση αναγνωρισιμότητα που του χαρίζει το μέσο στο οποίο προβάλει τη δουλειά του. Δυστυχώς, λίγοι είναι οι κωμικοί-καλλιτέχνες που απολαμβάνουν τα προνόμια του Λαζόπουλου σε αυτή τη χώρα, οπότε είναι λογικό η δουλειά τους ή να μένει σε γενικές γραμμές στην αφάνεια ή στην καλύτερη περίπτωση να τη γνωρίζουν λίγα άτομα, αυτά ουσιαστικά που αγαπούν το συγκεκριμένο είδος τέχνης.
Σε σχέση με το εξωτερικό, το είδος stand-up κωμωδίας που έχει πέραση στην Ελλάδα είναι αρκετά διαφορετικό. Κατά κανόνα, στο εξωτερικό δεν θα δεις εύκολα τον κωμικό στη σκηνή να περνά από το μονόλογο στο τραγούδι και από εκεί στα σκετσάκια παρέα με το κοινό ή τους συναδέλφους του. Αν και η επικοινωνία και συμμετοχή του κοινού είναι καθοριστικής σημασίας σε μια τέτοια παράσταση, παρόλα αυτά, το βάρος της ερμηνείας-διασκέδασης πέφτει αποκλειστικά στις πλάτες του stand-up κωμικού, ο οποίος, με όσο το δυνατόν λιγότερα μέσα στη διάθεση του, θα πρέπει να διηγηθεί πειστικά την ιστορία, να μιμηθεί κινήσεις και ήχους, να υπερβάλει στις εκφράσεις του προσώπου του και –πάνω απ’ όλα- να αφουγκραστεί τη διάθεση του κοινού, ώστε να κερδίσει την προσοχή και το γέλιο των θεατών.
Σε αντίθεση με το θέατρο, όπου το σκηνικό, τα φώτα, η μουσική και η ανταλλαγή διαλόγου μεταξύ των ηθοποιών, όλα συντελούν στην τέρψη του κοινού, στην περίπτωση της stand-up κωμωδίας, ο κωμικός επί σκηνής είναι μόνος, σχεδόν γυμνός από τεχνικά βοηθήματα, ως ένας άνθρωπος-ορχήστρα που πρέπει να κάνει τα πάντα για να γεμίσει τη σκηνή. Και επειδή ακριβώς κάθε μέρα και κάθε κοινό δεν είναι ίδιο, ο κωμικός αυτού του είδους πρέπει να είναι, πέρα από ικανός ηθοποιός, και πολύ ευέλικτος και ετοιμόλογος συνομιλητής. Αυτός είναι και ο λόγος που το συγκεκριμένο είδος τέχνης, όταν επιχειρείται από μη-ταλαντούχους ανθρώπους, αποτυγχάνει παταγωδώς . Και όταν λέω ταλαντούχους δεν εννοώ απλά καλούς ηθοποιούς.
Ο ταλαντούχος stand-up κωμικός είναι –και θα πρέπει να είναι-  πρωτίστως καλός και ευφυής κειμενογράφος. Αυτού του είδους η κωμωδία στηρίζεται κυρίως στην επικαιρότητα και στην ικανότητα του κωμικού, όχι απλά να την σχολιάζει και να την καυτηριάζει, αλλά να την αναπαράγει μέσα από ένα άλλο, νέο  πρίσμα, ώστε να αποκαλύπτει μέσα από αυτό την υπερβολή και την παραλογία της. Πέρα, όμως, από καλός κειμενογράφος, ο κωμικός αυτού του είδους κωμωδίας θα πρέπει να είναι και ταλαντούχος διασκεδαστής, μίμος και ηθοποιός. Με άλλα λόγια, θα πρέπει να είναι πολλά πράγματα συγχρόνως, δίχως ουσιαστικά να υστερεί σε κανένα από τα ταλέντα του.
Στην περίπτωση του Στέλιου Κάτσαρη, τον οποίο είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω live, το ταλέντο ξεχειλίζει, κυρίως, όμως, για την ώρα, σε επίπεδο προοπτικής. Με άλλα λόγια, έχουμε να κάνουμε με έναν 27χρονό, ευφυέστατο κωμικό ηθοποιό, με άψογη σκηνική παρουσία και άνεση στην επικοινωνία με το κοινό, αλλά και με υπέροχη, δυνατή φωνή, του οποίου η πένα, όμως, μεγαλουργεί για την ώρα σε στιχουργικό παρά σε κωμικό/θεατρικό επίπεδο. Βασισμένο σχεδόν εξολοκλήρου στη σάτιρα της ελληνικής τηλεόρασης και σόου μπιζ, με τίτλο «Μέσα μαζικής εξημέρωσης», το σόου του Κάτσαρη είναι λιτό, αλλά άκρως διασκεδαστικό και ας μην καταφέρνει απόλυτα να ξεφύγει από τα κλισέ της τηλεοπτικής stand-up κωμωδίας, που καθιέρωσε ο Λαζόπουλος τα τελευταία χρόνια.
Το ταλέντο του Κάτσαρη έγκειται ακριβώς στο γεγονός ότι στην παράσταση του δεν υπάρχουν ακριβά σκηνικά ή γιγαντοοθόνες για να τον υποστηρίζουν, μόνο ένα κόκκινο αρμόνιο και η αστείρευτη ενέργεια και ευαισθησία του, η οποία φαίνεται πεντακάθαρα στα τραγούδια που διαλέγει να ερμηνεύσει κατά τη διάρκεια του σόου του. Το καλύτερο, όμως, το κρατάει για το τέλος, όπου, ανάλογα το χώρο και τη διάθεση, αποφασίζει να αποκαλύψει –έστω- ψήγματα των σκέψεων και της προσωπικότητας του. Αν τον πετύχετε σε κάποια μικρή, επαρχιακή σκηνή, θα καταλάβετε τι εννοώ. Όπως λένε και οι Active Member, “στο τέλος είναι η μαγεία’’. Στηρίξτε τον ανεπιφύλακτα. 

23 Μαρτίου 2011

Dear Madame No2…ή αλλιώς το σύμπαν μου χρωστά τα κέρατα του


«Αγαπητή κ. Ψυχολόγε,

Σήμερα είναι Τετάρτη. Αποφάσισα να πάρω σοβαρά τη συμβουλή σας και να ξεκινήσω να γράφω το ημερολόγιο που μου ζητήσατε. Μου είχατε εξηγήσει τη λογική πίσω από αυτή τη θεραπευτική –όπως είπατε- πρακτική, όμως δεν την θυμάμαι με λεπτομέρειες. Από πότε το γράψιμο θεωρείται ψυχοθεραπεία; Αν ήταν έτσι, τότε ο μισός και παραπάνω πληθυσμός της χώρας θα ήταν σε κατάσταση Ζεν συνεχώς, και δεν θα έβριζε σαν βαρκάρης σε κάθε φανάρι και γωνιά της χώρας! Δεν θέλω να αμφισβητήσω την επιστημονική σας κατάρτιση, όμως η μισή Ελλάδα γράφει ποιήματα, τραγούδια και διηγήματα! Δεν θα έπρεπε να αισθανόμαστε έστω και λίγο καλύτερα έως τώρα;;; 
Ξέρω ότι απεχθάνεστε τις αφελέστατες ερωτήσεις μου. Θα προσπαθήσω να τις περιορίσω στο ελάχιστο για να σας αποδείξω ότι πραγματικά θέλω να θεραπευτώ! Του λόγου το αληθές, χθες βράδυ ακολούθησα τις συμβουλές σας. Πριν πέσω για ύπνο άνοιξα τα παράθυρα του δωματίου να αλλάξει ο αέρας και η θερμοκρασία, έσβησα κάθε ηλεκτρονική συσκευή για να μην παρεμβάλετε στα ενεργειακά μου κύματα, έκλεισα όλα τα φώτα και ξάπλωσα ήρεμη στο κρεβάτι μου. Σας υπόσχομαι πως είχα αδειάσει το μυαλό μου από οτιδήποτε. Με τόσες γλυκανάλατες σειρές και ανεγκέφαλες συζητήσεις που παρακολούθησα στην τηλεόραση, δεν μου είχε μείνει δράμι φαιάς ουσίας για να σκεφτώ σοβαρά το οτιδήποτε! Σας παραθέτω λοιπόν το όνειρο που είδα προς μελέτη: ήμουνα λέει σε ένα μεγάλο κρουαζερόπλοιο, το οποίο έμοιαζε πιο πολύ με διαστημόπλοιο, παρά με  πλοίο. Οι διάδρομοι του ήταν στενοί, αλλά οι καμπίνες του είχαν μπαλκονόπορτες, αντί για φινιστρίνια! Το κακό ήταν πως η κουπαστή δεν είχε κάγκελα, οπότε κανένας μας δεν μπορούσε να απολαύσει το προσωπικό του «μπαλκονάκι» με θέα τη θάλασσα. Είχα πέσει για ύπνο, όταν ένιωσα κάποιον να σκύβει από πάνω μου, να με πιάνει από το λαιμό και να με πνίγει. Σηκώθηκα τσιρίζοντας. Η πρώτη μου σκέψη ήταν πως, αν ήμουν ο Στίβεν Κίνγκ, μόλις θα είχα βρει την κεντρική ιδέα του επόμενου βιβλίου μου. Αν όλα αυτά τα όνειρα που βλέπω κατά καιρούς τα είχα κάνει σενάρια, θα ήμουν πρώτη μούρη στο κόκκινο χαλί τώρα!
Η κολλητή μου λέει πως το όνειρο είναι ενδεικτικό της επιθετικής συμπεριφοράς που έχω απέναντί της τις τελευταίες ημέρες, αλλά πάλι, η κολλητή μου πιστεύει ακράδαντα πως τα πάντα περιστρέφονται γύρω από την ίδια. Το μόνο που θα ήθελα να περιστρέψω εγώ γύρω της είναι ένα μεγάλο κομμάτι κολλητικής ταινίας γύρω από το στόμα της, για να πάψει επιτέλους να μιλάει!!!!!!!
Να το πάλι! Μου ανεβαίνει το αίμα στο κεφάλι…
Ξέρω τι φταίει, φταίνε αυτά τα ψαγμένα βιβλία που μου δώσατε να διαβάσω για να βρω τον εαυτό μου. Αυτό ειδικά με το σύμπαν που μας μιλάει ή μας χρωστάει ή δεν ξέρω και εγώ τι, ήταν πραγματικά χρήσιμο. Το θέμα μου, λοιπόν, δεν είναι τι μου λέει το σύμπαν, το θέμα μου σήμερα είναι που σκατά είναι αυτό το σύμπαν, διότι έχω και εγώ πέντε λογάκια να του πω. Αυτό το κωλό-σύμπαν με φτύνει καιρό τώρα. Έχω αρχίσει να χάνω την υπομονή μου και το χρώμα μου, από το πολύ σάλιο που γλιστρά αηδιαστικά αργά πάνω μου.
Και επειδή εσείς, λόγω της επιστημονικής σας ιδιότητας, πρέπει λογικά να το γνωρίζεται καλά και να συνομιλείτε συχνά μαζί του, μεταβιβάστε του, λοιπόν, τα παρακάτω: εσύ μεγάλο και αχανές σύμπαν, μην με κοιτάς καν! Ξέχασε με! Δώσε αλλού τις χάρες και τις κατάρες σου, εγώ πλήρωσα τα χρωστούμενα και θα τα πληρώνω για πολύ ακόμη. Μην με κοιτάς, μην με ζυγιάζεις στις σκέψεις σου και μην αποφασίσεις για μένα. Αρκετές οι κατραπακιές, αρκετές οι πληγές που πρέπει να γλύψω για να γιάνω. Να χαρείς, ξέχασε με, κάνε πως δεν υπάρχω, γιατί τα δώρα σου και οι κόποι μου με οδήγησαν στο μηδέν. Ότι έδωσες, έδωσες και ότι είχα να σου δώσω το πήρες και με το παραπάνω. Είμαστε πάτσι! Άντε, γιατί είμαι και λίγο νευρική τελευταία!
Ευχαριστώ για την προσοχή σας»

18 Μαρτίου 2011

The evil that men do…

Από τότε που ο πόλεμος έγινε ψυχαγωγικό πρόγραμμα σε απευθείας μετάδοση στους τηλεοπτικούς δέκτες όλης της γης, οι εικόνες καταστροφής και δυστυχίας έπαψαν να με αγγίζουν. Ήμουν αρκετά μικρή για να καταλάβω απόλυτα τι ήταν αυτό που παρακολουθούσα σε απευθείας μετάδοση στην τηλεόραση, όταν ξέσπασε ο πόλεμος του κόλπου ή οι σφαγές μεταξύ Βοσνίας και Ερζεγοβίνης, αλλά και πάλι, είχα την ανατριχιαστική αίσθηση στο πίσω μέρος του μυαλού μου πως αυτό που βλέπω ζωντανά, από την ασφάλεια του καναπέ μου, εμπεριέχει εντός του μια μορφή τηλεοπτικού κανιβαλισμού. Το σοκ των εικόνων διαδεχόταν άνετα την αστείρευτη περιέργεια που με διακατείχε για όσα έβλεπα, όμως, γρήγορα, όλη αυτή η πρωτόγνωρη αίσθηση εγρήγορσης που είχα καταπνίγονταν από ενοχές για την αδράνεια μου, την ανικανότητα μου να επέμβω, να σταματήσω με κάποιο τρόπο τις αιματοχυσίες και τη καταστροφή.


Αυτή η σχεδόν σαδιστική διασκέδαση έπαψε να με ενδιαφέρει λίγο μετά το Λύκειο. Πάτησα το κουμπάκι στο τηλεκοντρόλ μου και η οθόνη έσβησε. Τόσο απλά. Καλύτερα, σκέφτηκα, το μαύρο της άγνοιας, παρά τα ψυχολογικά παιχνίδια των ταχυδακτυλουργών της διεστραμμένης διασκέδασης. Όπως παλαιότερα απέρριψα ενστικτωδώς τη διδασκαλία της ιστορίας στα σχολεία που φοιτούσα μ ε το ζόρι (μια διδασκαλία γεμάτη κουμπάκια εθνικής προπαγάνδας και ψεύτικων φρονημάτων), έτσι απέρριψα και τις εικόνες καταστροφής στην τηλεόραση. Και ακολούθησαν πάμπολλες, από πολέμους, εξεγέρσεις και σφαγιασμένους αμάχους, μέχρι απεγκλωβισμούς μικρών παιδιών από τα συντρίμμια πολυκατοικιών μετά από σεισμούς. Έχουμε φάει τόσο πόνο, τόσο αίμα και τόσα δάκρυα στη μάπα ως θεατές, που είναι πλέον φυσικό να έχουμε αποκτήσει ανοσία.

Λυπάμαι, μα σαν αρχίζουν οι απέραντες και ασταμάτητες αναλύσεις και παρουσιάσεις της τελευταίας καταστροφής του πλανήτη, αυτής που συμβαίνει στην Ιαπωνία, η δική μου οθόνη μαυρίζει. Τόσο απλά. Δεν είμαι κατά της ενημέρωσης, είμαι όμως κατά της δημοσιογραφικής εξουθένωσης και δραματοποίησης της είδησης. Δεν την βρίσκω πια με τον πόνο των γύρω, δεν μπορώ να μπω σε φάση «κάθαρσης» μέσα από εικόνες καταστροφής, δεν μου πάει να συμπάσχω με ανθρώπους στην άλλη άκρη του πλανήτη, όταν δίπλα μου υπάρχουν τόσοι που μου απλώνουν το χέρι και μου ζητάν λίγο από το χρόνο, την προσοχή και ίσως τη βοήθεια μου. Δεν μου αρέσει πλέον ο καναπές μου απέναντι από την τηλεοπτική οθόνη, δεν χρειάζομαι τις αναλύσεις και τις δηλώσεις για να σκεφτώ τα αυτονόητα. Και όλη αυτή η ‘πολιτικά ορθή’ θλίψη στη μπλογκόσφαιρα, καθώς και αυτή η ασταμάτητη φλυαρία περί πυρηνικής ενέργειας με έχει εξοργίσει. Σταματήστε, να χαρείτε (έχω και νεύρα τελευταία!). Αφήστε τα πολλά μπλα-μπλα και σκεφτείτε απλά τον παράγοντα ‘άνθρωπο’. Ο άνθρωπος κάνει τις ανακαλύψεις-επινοήσεις ή όπως αλλιώς θέλετε να τις ονομάσετε και αυτός είναι που αποφασίζει τη χρήση τους. Ο άνθρωπος είναι αυτός που κάνει τις πράξεις και οι άνθρωποι είναι αυτοί που δέχονται τις συνέπειες τους. Ο άνθρωπος είναι αυτός που εκλέγει αυτούς που θα τον εκπροσωπήσουν ή διαλέγει να σιωπήσει στην καθημερινή του επαφή με άλλους ανθρώπους. Εσύ, εγώ, όλοι μας, είμαστε αυτοί οι άνθρωποι.

Πάτα το κουμπάκι, λοιπόν, και αφουγκράσου τους ανθρώπους δίπλα σου. Πάω στοίχημα ότι τους είσαι χρήσιμος.

16 Μαρτίου 2011

Rewind and Reset…

Διαβάζω πολύ και πολλά τελευταία και όμως, παρά το χαμό σε επίπεδο επικαιρότητας, δεν νιώθω την ανάγκη να γράψω για τίποτα. Τα αφήνω όλα στους «επαγγελματίες σχολιαστές» πλέον, είτε αυτοί είναι στις οθόνες της τηλεόρασης είτε στην οθόνη του υπολογιστή μας. Μια απλή περιπλάνηση, χτυπώντας τα πλήκτρα ή τα κουμπάκια στο τηλεκοντρόλ μας είναι αρκετή για να νιώσουμε όλη την γκάμα των ανθρώπινων συναισθημάτων: οργή και σαστιμάρα για την οικονομικό-πολιτική σκηνή της χώρας, προβληματισμό για τις συντεχνίες ή τους απλούς ανθρώπους που βγαίνουν στους δρόμους ή καίνε ότι βρουν τόσο εδώ, όσο και έξω από τα σύνορα της χώρας, αηδία για κάθε νέο σκάνδαλο ή παιχνίδι εντυπώσεων και μια διάχυτη θλίψη για ειδήσεις που περνάνε στα ψιλά, σαν αυτή του θανάτου ενός αστέγου από το κρύο ή της καθημερινότητας-κακοποίησης των παιδιών με ειδικές ανάγκες και διανοητικές στερήσεις. Το κοινωνικό κράτος της χώρας –όποιο και να ήταν αυτό- συρρικνώνεται μέρα με την μέρα και ειδήσεις σαν αυτή που βγήκε στο φως για τον ΟΚΑΝΑ με κάνουν να σκύβω το κεφάλι απογοητευμένη και κουρασμένη.


Τι να πω; Τι μπορώ να πω που δεν έχει ήδη ειπωθεί από χιλιάδες άλλους «επαγγελματίες σχολιαστές»; Πόση διαφορά θα κάνει αλήθεια αν πω και εγώ κάτι;

Ανακαλύπτω ότι το να αγαπάς τόσο τις σκέψεις σου, ώστε να νιώθεις συνεχώς την ανάγκη να τις εκθέτεις, είτε γραπτώς είτε προφορικώς, δεν είναι κατ’ ανάγκη ψυχοθεραπεία ή στάση ζωής, μπορεί άνετα να δηλώνει ματαιοδοξία και παθογένεια. Ανακαλύπτω ότι συχνά διαβάζουμε πράγματα και δεν τα αφήνουμε ούτε καν να αγγίξουν το μυαλό μας, το κάνουμε απλά για να σπρώξουμε τις ώρες, να λέμε ότι ενημερωθήκαμε. Ανακαλύπτω τελικά ότι όταν η καρδιά δεν δουλεύει, το μυαλό κάνει υπερωρίες για να μας αυταπατά ότι είμαστε ακόμη στη ζωή, πως δεν βγήκαμε λεπτό από τη δίνη των συνηθειών μας.

Πού και πού, όμως, πέφτεις πάνω σε κάποιες λέξεις, σε κάποιο κείμενο που κάνει την καρδιά να αρχίσει να χτυπά, να λειτουργεί αναπάντεχα γρήγορα και δυνατά. Εγώ αυτές τις λέξεις δεν τις βρίσκω σχεδόν ποτέ στα ενημερωτικά μπλογκς και sites. Δεν τις βρίσκω σχεδόν ποτέ στα σχόλια και τις γνώμες των «διανοούμενων ιδεολόγων» που μας περιτριγυρίζουν.

Τις βρίσκω πάντα εκεί που υπάρχουν δημιουργοί, άνθρωποι καθημερινοί που τις ελλείψεις και τους φόβους τους, τους έκαναν τέχνη.

Να, λοιπόν, τι ήταν αυτό που έκανε την καρδιά μου να χτυπήσει τελευταία, σας το παραθέτω, με την ελπίδα να έχει το ίδιο αποτέλεσμα και στη δικιά σας. Καλημέρα.

1

Μ' έβγαλες απ' το μόνος
και μπήκα στο " μαζί".
Για μια στιγμή...
« Υπάρχεις εσύ, μόνο εσύ» είπες.
Τα μάτια είπαν.
Πολιορκία στιγμής- μπουμπούκι στοργής
καρπός φυγής...
« Θα σε έχω» είπες.
Για μια στιγμή.

Και με είχες
στο λέω.
Για, μόνο, μια στιγμή.

Γιατί φοβάμαι;
Αυτό δεν καλούσα, γι' αυτό δεν εκλιπαρούσα
αύριο;
Αύριο κι αύριο και μεθαύριο!
Πως μπορώ να σε κεράσω απόρριψη σ' αντίδωρο ζωής;
Σήμερα- ναι- ζωής.
Μαρτύριο.

Έβγαινα στους δρόμους σα γύρευα δυό μάτια...
Όλη μου τη ζωή!
Τώρα κρύβομαι στους δρόμους γιατί με τα δικά σου μάτια
δεν άδραξα τη στιγμή.
Κομμάτια ζωή.

Ένα βλέμμα, ένα·
και ξαναγίνομαι νέος.
Πως αποκτούν τα πόδια φτερά
πώς λυγισμένα γόνατα φεύγουν μακριά;
Έρωτας χτυπά την πόρτα·
ζητιάνος στο κατώφλι μου.
Ζητά ένα ξέρασμα εγωισμού
-ξεροκόμματο-
δώρο γι' αντάλλαγμα δίνει
γουλιά ζωής.

Άπιστος εγώ, αμέτοχος
κρατώ το ξεροκόμματο!
Ξερό...
στο ξερό μου.

Κι αναρωτιέσαι,
κι αμφισβητείς...
« Ήρθε η ώρα να ζήσω; »
Νεκρός σ' αυτό τον κόσμο, γι' αυτό υπάρχεις·
για μια στιγμή ζωής.
Μια στιγμή ρε, έτσι είναι ο έρωτας
κι ένα βλέμμα.
Χίλια βλέμματα;
ΟΧΙ.
Το δικό σου, μόνο, βλέμμα.

Παναγιώτης Α. Φερεντίνος:

Γεννήθηκε στην Πάτρα το 1983. Σπούδασε Ζωγραφική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών Αθηνών(2002-2007), στο Α' Εργαστήρι Ζωγραφικής, και Χαρακτική (2004-2007) στο Β' Εργαστήρι Χαρακτικής. Το 2005 κερδίζει υποτροφία από την Ακαδημία Αθηνών για Ανώτατες σπουδές τέχνης στο Παρίσι όπου το 2006 συμμετέχει στο πρόγραμμα Erasmus (Université Paris 8 Vincennes-Saint-Denis), στα πλαίσια των προγραμμάτων ανταλλαγών φοιτητών. Σήμερα, είναι τελειόφοιτος του Τομέα Χαρακτικής της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών Αθηνών. Από το 2008, εργάζεται στο Εικαστικό Εργαστήρι του Δήμου Πατρέων ως καθηγητής Σχεδίου-Ζωγραφικής. Έχει συμμετάσχει σε πλήθος εκθέσεων, Μπιενάλλε και Διαγωνισμούς όπου απέσπασε αξιόλογες κριτικές για το έργο του. Δουλεία του έχει παρουσιαστεί στην Ελληνική και Κυπριακή τηλεόραση. Μέρος του έργου του έχει παρουσιαστεί και βρίσκεται σε ιδιωτικές και δημόσιες συλλογές σε Ελλάδα, Κύπρο, Γαλλία, Σερβία και Καναδά. Με τη συγγραφή ασχολείτε τα τελευταία δέκα χρόνια, κυρίως με το διήγημα, την αρθρογραφία και την ποίηση.

Link: http://stellasliterarybistro.com/ferentinos.htm

13 Μαρτίου 2011

How much difference does it make?

Και όμως, αυτό το blogg έκλεισε αισίως το ένα έτος ζωής…


Με τρόμαξε τόσο η ημερομηνία, σαν να πέρασε η ζωή και να μην την κατάλαβα. Και όμως, τα πάντα είναι καταγεγραμμένα εδώ μέσα, ένα προς ένα, όλα αυτά που πέρασαν και τώρα μου φαίνονται μακρινά και ανύπαρκτα, όλα αυτά είναι εδώ μέσα και βροντοφωνάζουν πως όντως υπήρξαν.

Πολλές φορές σκέφτηκα να το καταργήσω και άλλες τόσες έσβησα αναρτήσεις μου, πριν καν προλάβουν να φτάσουν στην οθόνη. Αρχικά, κανένα από τα κείμενα μου δεν είχε τον «Ιδανικό Αναγνώστη», όπως λέει και ο Stephen King στο βιβλίο του On Writing. Δεν προοριζόταν κανένα για να διαβαστεί από κάποιον, κυρίως επειδή είμαι πιο πολύ αναγνώστρια, παρά συγγραφέας κειμένων.

Αν τελικά κάποια σας άγγιξαν, «μίλησαν» στο τώρα σας και στο χθες σας, τότε ο απολογισμός του ενός έτους είναι άκρως επιτυχημένος. Δεν ζητάω τίποτα παραπάνω.

Απλά ένα μεγάλο ευχαριστώ στους Συνοδοιπόρους μου και οι παρακάτω στίχοι εύχομαι ολόψυχα να γίνουν κάτι σαν mantra της καθημερινότητας σας.

Στη δική μου καθημερινότητα δεν είναι απλά λόγια, είναι νόμοι απαράβατοι!

Καλησπέρα και ευχαριστώ :-)

I will hold the candle till it burns up my arm
Oh, I'll keep takin' punches until their will grows tired
Oh, I will stare the sun down until my eyes go blind
I won't change direction, and I won't change my mind
……I'll swallow poison, until I grow immune
I will scream my lungs out till it fills this room……
(Lyrics by Eddie Vedder)

7 Μαρτίου 2011

On the road.. Να είσαι πάντα παρών

Όταν οι καταστάσεις πέφτουν επάνω μου σαν τα κύματα του φουρτουνιασμένου ωκεανού, που δεν σου επιτρέπουν να σταθείς με κάποια –έστω υποτυπώδη- αξιοπρέπεια στην ακρογιαλιά, το βάζω στα πόδια. Ο στρουθοκαμηλισμός ήταν πάντα το αγαπημένο μου χόμπι, και το εξασκώ με κάθε ευκαιρία. Βγήκα, λοιπόν, στους δρόμους. Διένυσα χιλιόμετρα μέσα σε 2 εβδομάδες. Από το Βορά, βρέθηκα στο κέντρο, και από το κέντρο βρέθηκα στο πιο Νότιο κομμάτι της χώρας. Τρένα. Λεωφορεία. Αυτοκίνητα και αεροπλάνα μπερδεύονται γλυκά στη μνήμη μου και με κάνουν να χαμογελάω χορτασμένη.


Ατελείωτες ευθείες, δρόμοι, φώτα. Μάτια μαύρα και εκφραστικά, που δεν θα ξαναδώ ποτέ στη ζωή μου. Χωριά χωμένα στη θαλπωρή της απέραντης, πράσινης φύσης και πόλεις υπνωτισμένες από τη νωχελική ρουτίνα της επαρχίας. Εθνικοί οδοί, φωτεινές ενδείξεις και Ι.Χ. στη παραζάλη της ταχύτητας. Το τοπίο να περνά σαν θολή εικόνα δίπλα σου και εσύ να προσπαθείς να αιχμαλωτίσεις τη στιγμή της απόλυτης ευτυχίας που πλημμυρίζει τα σωθικά σου.

Είδα τόσα πρόσωπα, άλλα γνώριμα και άλλα τελείως άγνωστα. Έμαθα τόσα νέα ονόματα και άκουσα άλλες τόσες ιστορίες ζωής. Είδα ζωές να ξετυλίγονται μπροστά μου, ζωές που δεν μοιάζουν σε τίποτα με τη δική μου, αλλά θα μπορούσαν να γίνουν άνετα δικές μου, με ένα πετάρισμα των βλεφάρων. Είδα φιλίες χρόνων, έρωτες, γάμους και πόση διαφορά μπορεί να έχει στη ζωή ενός παιδιού η ζεστή αγκαλιά του γονέα του.
Πήρα τόσα, μα ένα μου έμεινε πραγματικά, μόνο μια πρόταση μου χάρισαν ως αποχαιρετιστήριο δώρο όλες οι φωνές που συναντήθηκαν μέσα μου, μια αναμφισβήτητη αλήθεια: το παν στη ζωή είναι να είσαι ΠΑΡΩΝ!
Οι τύψεις δεν έχουν θέση στο παρόν σου. Τα λάθη δεν έχουν χώρο στο τώρα. Το παρελθόν θα είναι πάντα μέσα σου, μα δεν χρειάζεται να στέκει ως εμπόδιο και εμπρός σου. Ότι έγινε, έγινε. Ότι πέρασε, πέρασε και χάθηκε. Ότι έμαθες, έμαθες και όσα αγνοείς ακόμη, η ζωή θα βρει τον τρόπο να τα ρίξει μπροστά σου μόλις πάς λίγο παρακάτω. Μην ψάχνεις στατικός τις απαντήσεις, να είσαι ΠΑΡΩΝ! Να τι έμαθα από αυτή τη μικρή μου περιπλάνηση. Να είσαι πάντα ΠΑΡΩΝ στο «τώρα» σου, διότι αλλιώς χάνεις τη μεγαλύτερη περιπέτεια της ζωής σου και αγνοείς επιδεικτικά όσα σου χαρίζονται δίχως να ζητάνε ανταλλάγματα.

Το μόνο που σου ζητάνε είναι να σκεφτείς και να αποφασίσεις ποια από αυτά θα αγνοήσεις και ποία από αυτά θα αφήσεις να αλλάξουν για πάντα τη ζωή σου.

Η επιλογή είναι δική σου, όμως, μην ξεχάσεις ποτέ να είσαι πάντα ΠΑΡΩΝ στη ζωή σου

Ευαισθησία...μέσα από τα μάτια ενός παιδιού!




Synopsis


On the one hand about a boy saving his money to buy a pet; on the other a short film about society valuing appearance more than substance and pricing it accordingly.



Awards:

Best short film at Olympia International Film Festival for Children & Young People,

Best short film at Patras film festival and special award,

Special Mention at Pescara European Short Film Festival,

Special Mention at Naousa Short Film Festival,

Silber Metal at Festival der Nationen,

Silber Metal at International Film Festival Des Nightkommerziellen Films



2 Μαρτίου 2011

Συναισθηματική αναπηρία

Αντιδράστε! Μια λέξη, μια προτροπή και χιλιάδες αναρτήσεις. Κοιτάω ξανά και ξανά τις φωτογραφίες από την Αίγυπτο. Τις συγκρίνω με αυτές της Λιβύης. Με ένα κλικ διαβάζω για τα κινήματα διαμαρτυρίας στην Αμερική, την πλέον «αποκοιμισμένη» χώρα στον πλανήτη. Ένα κουμπάκι πιο πέρα, το «Κουτί της Πανδώρας» εξηγεί τα «πως» και τα «γιατί» του κινήματος των διοδίων και κάπου στα ψιλά περνάει το θέμα της Κερατέας. Άραγε τι να γίνεται στον Άγιο Παντελεήμονα και πόσοι από τους μετανάστες που κάνουν ακόμη απεργία πείνας θα βγάλουν την εβδομάδα;


Στις ειδήσεις οι σχολιαστές κρυφογελάνε, καθώς στο Παρίσι οι φοιτητές γιουχάρουν τον Πάγκαλο και στη Γερμανία τον Παπανδρέου. Μια ερώτηση κρέμεται από τα χείλη τους: θα πτωχεύσουμε ή όχι; Πότε θα πάρουμε την επόμενη δόση και ποια συντεχνία θα κάνει απεργία αύριο; Γέμισε η μπλογκόσφαιρα βιντεάκια από τις πορείες και σχολιασμούς. Το χόμπυ μας έγινε επιτακτική ανάγκη και η ψηφιακή οθόνη τοίχος οργής και συχνά μιζέριας. Όλη η υφήλιος μοιάζει καζάνι που σιγοβράζει, ένα ποτάμι οργής που κοιτά θυμωμένο το καπάκι της κατσαρόλας, περιμένει υπομονετικά αυτούς που αποφασίζουν για την τύχη μας να κάνουν το λάθος να πλησιάσουν αρκετά κοντά, ώστε να το εκτοξεύσουν στα μούτρα τους. Γνώμες, γνώμες, παντού γνώμες. Κάπου ανάμεσα τους διακρίνω τη σοβαροφάνεια και την αυτοπροβολή για το χειροκρότημα, μα προτιμώ να σιωπήσω, δεν είμαι σε θέση να το «ξεσκεπάσω» και να το καυτηριάσω.

Μέσα σε αυτό το τεράστιο ποτάμι οργής, υπάρχουν δισεκατομμύρια κουκίδες με ονοματεπώνυμο. Άνθρωποι της διπλανής πόρτας, που θέλουν να διαμορφώσουν συνειδήσεις και να υψώσουν τη φωνή τους, όμως ακόμη δεν ξέρουν πώς να διαχειριστούν και να κουμαντάρουν τον εαυτό τους.

Αναρωτιέμαι, λοιπόν….Όταν ζεις στην ασφάλεια της αυτόεξαρτησης σου, μέχρι που φτάνει το χέρι που απλώνεις για να βοηθήσεις τον συνάνθρωπο σου; Όταν βλέπεις τον εαυτό σου μόνον ως μονάδα, πως μπορείς να επηρεάζεις ή να παρακινείς το σύνολο; Όταν δεν αφήνεις τίποτα και κανέναν να σου χαλάσει την επίπλαστη ευτυχία σου, πως νομίζεις ότι μπορείς να συμπονείς και να συμπάσχεις; Όταν τα άτομα που συγκεντρώνεις γύρω σου εξυπηρετούν κυρίως τις ανάγκες σου και εσύ τις δικές τους για να συνυπάρχετε, πως μπορείς να μιλήσεις για αλτρουισμό ή πραγματική ελευθερία; Όταν φοβάσαι να νιώσεις, να δόσεις, να προσπαθήσεις και να πονέσεις, πως θέλεις να σε αγαπάνε; Όταν αποφεύγεις να κριτικάρεις τον εαυτό σου, πώς επιμένεις να ασκείς κριτική στους γύρω; Όταν δεν τολμάς να παλέψεις στα δύσκολα για κάτι που θέλεις, πως μπορείς να προτρέψεις τους γύρω να αγωνιστούν; Όταν εσύ δυσκολεύεσαι να ζητήσεις ειλικρινά συγνώμη, πως μπορείς να παρεξηγείσαι με την αδικία των γύρω; Όταν δεν σε νοιάζουν οι αρνητικές επιπτώσεις των πράξεων της ιδιωτικής σου ζωής και των προσωπικών σου επιλογών, πως μπορείς να ζητάς από το σύνολο να αναλάβει τις ευθύνες του δημοσίως;

Αναρωτιέμαι, πόσο τελικά συνδέεται το «δημόσιο» προφίλ μας με το «ιδιωτικό»; Διερωτώμαι, ποιοι δικαιούνται να ομιλούν «δημόσια» τελικά και ποιοι όχι; Οι αρχές της πολιτικής κοινωνιολογίας λένε πως ο κοινωνιολόγος, εξαιτίας της εκπαίδευσης του, δεν μπορεί παρά να είναι ένας βαθιά πολιτικοποιημένος άνθρωπος, όμως, δεν φτάνει αυτό να το προβάλει μόνο δημόσια, θα πρέπει να το ενστερνίζεται και στην ιδιωτική του ζωή, θα πρέπει και εκεί ακόμη να ζει παραδειγματικά, με γνώμονα τα ουμανιστικά πιστεύω του. Αντιλαμβάνομαι πόσο δύσκολο είναι αυτό, σε έναν κόσμο που σε προτρέπει να αγαπάς ασύστολα τον εαυτό σου και να κοιτάς πάντα το συμφέρον σου, μα εδώ πλανιέται μια οικτρή τελικά αυταπάτη, την οποία όλο και περισσότεροι διανοούμενοι της διπλανής πόρτας σφιχταγκαλιάζουν: η αυταπάτη πως το δόγμα της «λατρείας του εγώ μας» είναι σημάδι δυναμισμού και ωρίμανσης. Και αναρωτιέμαι, πόσο μπορείς να αλλάξεις τον κόσμο γύρω σου, όταν φοβάσαι να κρίνεις, να ανακρίνεις, να σιχτιρίσεις και τελικά ίσως και να αλλάξεις τον εαυτό σου; Ζούμε στην εποχή των τολμηρών ιδεολόγων ή των συναισθηματικά ανάπηρων και ματαιόδοξων ανδρείκελων;