30 Σεπτεμβρίου 2010

Bubblegum Culture: a short story of no importance


Το μεγαλύτερο πρόβλημα του κάθε άνθρωπου σήμερα είναι η πίστη στις δυνάμεις και τις ικανότητες του.


Από τη μία πλευρά έχουμε ένα σωρό πολιτιστικών προϊόντων να μας λέει πως είμαστε «μικροί Θεοί» ή έστω πως μπορούμε να γίνουμε «μικροί Θεοί» και από την άλλη μεριά έχουμε την αλήθεια της καθημερινότητας μας, μια καθημερινότητα που σπάνια μας κάνει χάρες. Χιλιάδες βιβλία «ευαγγέλια» για την προσωπική ανάπτυξη, την αυτό-εκτίμηση και το «φως» που όλοι κρύβουμε μέσα μας. Άλλες τόσες ταινίες με παρόμοια θέματα, στις οποίες πάντα, μα πάντα το σύμπαν συνωμοτεί για να βοηθήσει τον πρωταγωνιστή. Η προσπάθεια αποπροσανατολισμού από την πραγματικότητα επισφραγίζεται με τα προγράμματα της τηλεόρασης: next top model, top chef, master chef, big brother, x-factor και πάει λέγοντας.

Χιλιάδες άνθρωποι, με απόλυτη πίστη στη μοναδικότητα και την ιδιοφυία τους, πηδάνε μέσα από φλεγόμενα στεφάνια, θυμίζοντας αιχμάλωτα ζώα στο τσίρκο, για μια θέση στο όνειρο, όπως τους αρέσει να λένε. Ακόμη και στα όνειρα μας πρέπει να είμαστε ανταγωνιστικοί και ικανοί, ακόμη και σε αυτά πλέον δεν επιτρέπεται απλά να είμαστε ότι είμαστε. Και μόλις η θέση εξασφαλιστεί –με αμφίβολα συχνά κριτήρια- τότε μας πιάνουν οι ανασφάλειες. Τσακωμοί, ξεκατινιάσματα και τρικλοποδιές σε απευθείας μετάδοση, μεγενθυμένα όλα, κομμένα και ραμμένα με τρόπο τέτοιο ώστε να στοιχειοθετούν «διασκέδαση» στα μάτια του κοινού.

Χιλιοειπωμένα όλα αυτά θα μου πείτε. Θα συμφωνήσω. Ο λόγος που νιώθω την ανάγκη να τα ξαναπώ είναι απλά για να εξηγήσω, αν και κάπως αργά πια, το λόγο που διάλεξα τον τίτλο Bubblegum Culture γι’ αυτό το blog. Αρχικός σκοπός μου ήταν να καταγράφω εντός του όλα αυτά που εγώ θεωρώ «τσιχλόφουσκες της πολιτιστικής μας κουλτούρας». Η τσιχλόφουσκα έχει πολλές ιδιότητες: είναι πολύχρωμη, εύγευστη, εύκαμπτη και εύπλαστη, ξετρελαίνει τα μικρά παιδιά και σαγηνεύει τους μεγάλους, προσφέροντας τους την απόλαυση του μηχανικού, ασυναίσθητου, επαναλαμβανόμενου μηρυκασμού, που αποχαυνώνει τις αισθήσεις. Αυτό ακριβώς πιστεύω πως επιτυγχάνει και η νεωτερική ή μετά-μοντέρνα (όπως θα έλεγαν κάποιοι) κουλτούρα, με την οποία μεγαλώσαμε και με την οποία μεγαλώνουν και τα παιδιά μας.

Ως γνήσια Ελληνίδα όμως, δεν κατάφερα να κρατήσω την «ύλη» μου εντός θέματος, ίσως επειδή η κουλτούρα δεν είναι ποτέ ένα πράγμα μόνο, αλλά πολλά μαζί. Είναι αδύνατο λοιπόν να μιλήσω για τα τηλεοπτικά προγράμματα της ελληνικής τηλεόρασης, δίχως να αναφερθώ αναπόφευκτα και στην κατακερματισμένη και διαστρεβλωμένη ταυτότητα του νέο-Έλληνα. Και εδώ ακριβώς είναι που εγώ κάνω τη διαφορά, διότι δεν πιστεύω πως υπάρχει μια και μόνο απάντηση, αλλά χιλιάδες αναπάντητα ερωτήματα, που οδηγούν, όσους επιχειρούν να το σκεφτούν σοβαρά, σε μια διαδικασία συλλογισμού και βαθιάς σκέψης, όμοια με αυτή που προκαλεί το γνωστό ερώτημα: Η κότα κάνει το αυγό ή το αυγό την κότα; Κοινώς, έχουμε την κουλτούρα που μας αντιπροσωπεύει ή αυτή που μας πασάρουνε κάποιοι;



Η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση, αλλά αυτή είναι μόνον η προσωπική μου άποψη και θα την αναλύσω.



Σχετικά με τον πολιτισμό, έχω ακούσει πολλές γνώμες και έχω δει άλλες τόσες συμπεριφορές. Οι υπέρμαχοι της «υψηλής τέχνης» σνομπάρουν τους οπαδούς της «χαμηλής». Οι οπαδοί της «χαμηλής», αντί να απολαύσουν τη διαφορετικότητα τους, προσπαθούν να εδραιώσουν το γούστο τους ως «υψηλό». Οι οπαδοί προσπαθούν να γίνουν ειδήμονες και οι ειδήμονες είτε κρύβονται πίσω από την ιδιότητα τους, είτε απολογούνται για τις απόψεις τους, αποφεύγοντας συστηματικά να παραδεχτούν πως παράλληλα είναι και οι ίδιοι οπαδοί. Όσο για τους δημιουργούς, εκεί το τοπίο είναι θολό και επικίνδυνο. Υπάρχουν αυτοί που δημιουργούν και βρίσκουν ανταπόκριση από τους κριτικούς, αλλά όχι από το κοινό. Υπάρχουν αυτοί που δημιουργούν και βρίσκουν φίλους. Υπάρχουν αυτοί που δημιουργούν και βρίσκουν ερωτικούς συντρόφους. Υπάρχουν αυτοί που δημιούργησαν κάποτε και τώρα ψάχνουν για μαθητές ή οπαδούς. Υπάρχουν αυτοί που δημιουργούν για να θρέψουν το αδηφάγο ‘εγώ’ τους, ‘πρώτου βαθμού συγγενείς’ της προηγούμενης κατηγορίας δημιουργών. Υπάρχουν αυτοί που δημιουργούν για να πλουτίσουν ή να διατηρήσουν τον πλούτο τους και υπάρχουν και αυτοί που δημιουργούν λόγω κάποιας ανεξήγητης, εσωτερικής ανάγκης, δίχως ποτέ να ζυγιάσουν στο μυαλό τους τα υπέρ και τα κατά. Η εμπειρία μου ως τώρα μου έχει δείξει πως οι τελευταίοι είναι και αυτοί με τη μεγαλύτερη απήχηση στο κοινωνικό σύνολο.

Κάποιοι από αυτούς έχουν «προβολή» και κάποιοι όχι. Ποιανού ο ‘λόγος’ περνάει δεν είναι αποτέλεσμα τύχης ή ταλέντου, τουλάχιστον όχι πάντα. Στην Ελλάδα, ποιανού η κουλτούρα προβάλετε είναι συχνά αποτέλεσμα διεργασιών που ποτέ δεν φτάνουν στα αυτιά μας, παρά μόνον ως κουτσομπολιά και φήμες. Κάπως έτσι, χωρίς εμείς να το αντιληφθούμε απόλυτα, καταλήγουμε να συνυπάρχουμε –είτε το θέλουμε, είτε όχι- με τις Τατιάνες και τις Τζούλιες αυτής της πλάσης, διότι εμείς μπορεί να τις απορρίπτουμε, αλλά ο διπλανός μας, ο φίλος μας, ο σύντροφός μας, ο γείτονας μας, μέχρι και το αφεντικό μας μπορεί να τις θαυμάζει. Είναι λοιπόν αδύνατο να μην λερώσει λίγο από το ‘γκλίτερ’ τους και εμάς, είναι αδύνατο να κατασκευάσουμε από μόνοι μας τα δικά μας πρότυπα και να τα εδραιώσουμε στη συνείδηση των γύρω. Και ποιος μας λέει, στην τελική, πως το δικό μας πρότυπο είναι και το πιο σωστό;



Δεν διάλεξα τυχαία όμως τα ονόματα των κυριών που αναφέρω παραπάνω, ούτε τυχαίο είναι που επικεντρώνομαι στις ‘κυρίες’ και όχι στους ‘κυρίους’ της lifestyle δικτατορίας μας.

.

Ο λόγος που πολλές από τις αναρτήσεις μου έχουν «άρωμα γυναίκας» είναι απλά επειδή πιστεύω ακράδαντα πως οι γυναίκες είναι οι πιο ευάλωτοι –αν και πρόθυμοι- παίκτες αυτού του παιχνιδιού. ‘God help you, if you’re an ugly girl, of course too pretty is also your doom, cause everyone harbors a secret hatred for the prettiest girl in the room’. Αυτοί οι στοίχοι εμπερικλείουν όλη, πιστεύω, την αλήθεια της καθημερινότητας πολλών γυναικών, μα γι’ αυτό δεν φταίει εξολοκλήρου η κουλτούρα μας, φταίει και η οικογένεια μας. Τόσες και τόσες μαμάδες προτρέπουν τις όμορφες κόρες τους να προβάλουν την ομορφιά τους, άλλες τόσες προτρέπουν τις κόρες τους να την ‘κατασκευάσουν’, ως το μοναδικό τους εφόδιο σε αυτή τη ζωή, ενώ οι πιο έξυπνες από αυτές τις προτρέπουν να σπουδάσουν, με την κρυφή ελπίδα πως πριν την απόκτηση του πτυχίου, θα έχουν ήδη αποκτήσει σύζυγο. Αλίμονο στις άσχημες, που αν δεν επενδύσουν στην καριέρα τους, τον προσποιούμενο ‘ανδρισμό’ τους και την οικονομική τους εξασφάλιση, τότε πιθανώς θα καταλήξουν κομπάρσοι στις ‘λαμπρές’ ζωές των γύρω.



Σκληρά λόγια; Ίσως, μα και τόσο αληθινά μερικές φορές. Τόσο αληθινά, ώστε να επικροτούμε τις ‘πολυδιάστατες’, όπως λέει η κυρία Καγιά, γυναικείες προσωπικότητες, δίχως να καταλαβαίνουμε πως ουσιαστικά εννοεί τις διχασμένες και εύπλαστες προσωπικότητες. Τόσο αληθινά, ώστε να δεχόμαστε να βλέπουμε, δίχως να επαναστατούμε, την κυρία Καγιά και τους συνεργάτες της να προτρέπουν με εξωφρενική φυσικότητα ήδη σκελετωμένες κοπέλες να κάνουν δίαιτα. Τόσο αληθινά, ώστε να δεχόμαστε ανενόχλητοι την τηλεοπτική παρέλαση εκατοντάδων στάρλετ ή celebrities, οι οποίες δεν έχουν κανένα ταλέντο να επιδείξουν, πέρα από αυτά που τους χάρισε η φύση ή ο πλαστικός τους χειρούργος. Τόσο αληθινά, ώστε να γελάμε με τον εξευτελισμό και τη γελοιοποίηση των λιγότερο όμορφων γυναικών σε απαράδεκτες παραγωγές, όπως το ‘Μια νύφη για το γιο μου’. Θα μου πείτε ‘αυτά υπάρχουν παντού στον κόσμο’. Σίγουρα, μα μόνο στην Ελλάδα τα βλέπουμε με τέτοια συχνότητα και μόνον εδώ τόσες πολλές ‘στάρλετ’ το έχουν κάνει επάγγελμα για ΤΟΣΟ μεγάλο χρονικό διάστημα.



Και επανέρχομαι στην αρχική μου σκέψη. Το μεγαλύτερο πρόβλημα του κάθε ανθρώπου σήμερα είναι να πιστέψει στις δυνάμεις και τις ικανότητες του. Αυτό είναι το μοναδικό του όπλο και η καλύτερη άμυνα του στο χάος των αντικρουόμενων μηνυμάτων που τον σφυροκοπούν. Για να το επιτύχει, θα πρέπει πρώτα να καταλάβει τα πάντα γύρω του και τη θέση του εντός τους. Όταν το καταφέρει –πράγμα δύσκολο, αναμφίβολα- θα καταλάβει αυτόματα και τα όρια του, αλλά και τις προοπτικές του εντός του συνόλου. Η συνειδητοποίηση όμως δεν επιτυγχάνετε μόνον μέσα από τα βιβλία και τα κηρύγματα. Η συνειδητοποίηση είναι αποτέλεσμα προσπάθειας, σκέψης, μα και τύχης, της τύχης να έχεις τους σωστούς ανθρώπους δίπλα σου. Η τσιχλόφουσκα της κουλτούρας μας, έχει και αυτή τη θέση της στη ζωή μας. Τη χρειαζόμαστε για να ξεφεύγουμε, να χαλαρώνουμε που και πού, ίσως και να ανακαλύπτουμε νέα, χρήσιμα, κάποιες φορές πολύτιμα πράγματα για εμάς και τους γύρω. Το θέμα είναι να μην εγκλωβιστούμε στην ευδαιμονία του μηρυκασμού της και να μην αφήσουμε τη γλυκιά, συνθετική της γεύση να δηλητηριάσει τον οργανισμό μας.



Edit:Τι βιντεάκι θα κολλούσε σε αυτή την ανάρτηση άραγε; Δεν μπορούσα να σκεφτώ κανένα καλύτερο και πιο επίκαιρο. Thank you for your patience.


26 Σεπτεμβρίου 2010

Smoking Area: Ο εμίρης και ο κακομοίρης

Καπνίζω όπως τα φουγάρα της βιομηχανικής περιοχής. Όσοι έχουν βρεθεί σε βιομηχανικές περιοχές, καταλαβαίνουν τι εννοώ. Όποιος βρεθεί σε βιομηχανική περιοχή, να τραβήξει και μια φωτογραφία του περιβάλλοντα χώρου, μια και τείνουν να εκλείψουν και αυτές, όπως και κάθε ίχνος ανάπτυξης στην Ελλάδα. Καλά που ήρθαν οι εμίρηδες για να μας σώσουν. Κάθε που τους βλέπω κάτι παθαίνω. Αμύθητα πλούτη, δεκάδες διάδοχοι και άλλες τόσες επίσημες και ανεπίσημες σύζυγοι. Το πρότυπο του «άντρα-πασά» σε όλη του τη γκλαμουριά. Και αυτά τα παγωμένα χαμόγελα στα πρόσωπα των πολιτικών μας! Αυτές οι χειραψίες! Μου φέρνουν στο μυαλό το βραβευμένο με Όσκαρ ντοκιμαντέρ του Μάικλ Μούρ, όπου το μοντάζ μας γεμίζει με έναν καταιγισμό πλάνων από τις εκατοντάδες συναντήσεις μεταξύ της «πρώην» ισχυρής αμερικανικής οικογένειας με τον αραβικό επιχειρηματικό κόσμο, ενώ στο φόντο παίζει δυνατά το ‘Sunny Happy People’ των REM.
Οι σχέσεις της Αμερικής μαζί τους τελικά καλά κρατούν, και ως Αμερικανό-τραφής ο Γιώργος μας, ακολουθεί τα βήματα των πολιτικών του ινδαλμάτων. Βλέπω τα πλάνα και καπνίζω σαν φουγάρο. Αναρωτιέμαι, ως Αγγλό-τραφής που είμαι, αν τα πτυχία μου θα έχουν κάποια βαρύτητα και αν, όταν οι εμίρηδες σώσουν τη χώρα με τις επενδύσεις τους, θα δεχτούν να με προσλάβουν στις επιχειρήσεις τους, μπας και βγω από την προσωπική μου οικονομική κρίση.

Λένε πως οι άνεργοι έχουν φτάσει το 1 εκατομμύριο στην Ελλάδα. Βλέπω τα νούμερα και καπνίζω μανιωδώς, μπας και μουδιάσει το κεφάλι μου. Δεν ξέρω για την υπόλοιπη Ελλάδα, ξέρω όμως πως πέρυσι τέτοια εποχή, οι άνεργοι στην παρέα μου ήταν 2 και τώρα γίναμε 4! Πρέπει λοιπόν να ελαττώσω το κάπνισμα, μια και τώρα πια τα τσιγάρα θα τα παίρνουμε διά 4 και όχι διά 2. Και μια και θεωρούνται «είδη πολυτελείας», θα κόψουμε το φαγητό και θα καπνίζουμε όλοι μανιωδώς, κοροϊδεύοντας τον εαυτό μας πως απολαμβάνουμε και εμείς λίγη από την πολυτέλεια που υπάρχει σε αφθονία στην καθημερινότητα των επενδυτών μας. Θα καπνίζουμε μανιωδώς, διαβάζοντας τις εφημερίδες και βλέποντας τις ατελείωτες συζητήσεις στα δελτία ειδήσεων, προσπαθώντας να αποφασίσουμε ποιος από τους οικονομικούς αναλυτές θα πέσει μέσα στις προβλέψεις του για το πότε ακριβώς θα βγούμε από την κρίση.

Η ουσία είναι μία: καπνίζω πολύ. Μα δεν είναι το μόνο πράγμα που κάνω «πολύ». Φοβάμαι πολύ, ανησυχώ πολύ, και θλίβομαι ακόμη περισσότερο. Το κράτος προσπαθεί να με σώσει από τον ίδιο μου τον εαυτό, απαγορεύοντας το κάπνισμα στους δημόσιους χώρους. Μα μένω σε μια χώρα, όπου ο ήλιος λάμπει 6 τουλάχιστον μήνες το χρόνο και όσο ο καιρός κρατάει, τόσο εγώ θα καπνίζω όπου βρεθώ, μπας και κατευνάσω το φόβο μέσα μου. Διότι, πλέον, φοβάμαι. Φοβάμαι πως το κράτος προσπαθεί να με κρατήσει ζωντανή και υγιής, μόνο και μόνο για να εισπράττει τους φόρους μου, να περικόβει τις αμοιβές μου και να αποφεύγει συστηματικά το κόστος της δωρεάν περίθαλψής μου. Και εγώ θα συνεχίσω να καπνίζω, μήπως και το νέφος του καπνού από τα τσιγάρα μου τους πνίξει, πριν προλάβουν να πνίξουν αυτοί εμένα.

15 Σεπτεμβρίου 2010

Φιλοσοφικές και λογοτεχνικές ανησυχίες: eucatastrophe!

Eucatastrophe! Αυτή η μικρή, ασήμαντη λεξούλα είναι επινόηση του Τόλκιν, ενός μεγάλου πανεπιστημιακού καθηγητή γλωσσολογίας και ίσως του μεγαλύτερου μυθοπλάστη ολόκληρης της Δύσης. Δεν χρειάζεται νομίζω να πω πολλά για τον ίδιο, έχει χυθεί ήδη πολύ μελάνι για τα επιτεύγματα και τη μοναδική τεχνική του. Αυτό που εγώ θαυμάζω στον Τολκιν, ως απλή αναγνώστρια, είναι η ικανότητα του να επινοεί πρώτα τις λέξεις και μετά την ιστορία τους. Αυτό όμως που πραγματικά μου αρέσει στον Τόλκιν, ως ερασιτέχνης δημιουργός, είναι η ικανότητα και το πείσμα του, η εσωτερική του ανάγκη, αν θέλετε, να αφοσιωθεί σε κάτι τόσο μεγάλο και πολύπλοκο, όσο η 3λογία του Άρχοντα των Δαχτυλιδιών, δίχως λεπτό να σκεφτεί τους αναγνώστες του.


Ο Τόλκιν –όπως λένε όσοι έχουν μελετήσει το έργο και τη βιογραφία του- ξεκίνησε να γράφει μόνο και μόνο επειδή δεν έβρισκε τις σωστές ιστορίες να διαβάσει, που θα τον ικανοποιούσαν ως αναγνώστη. Επίσης, εξαιτίας της εκτεταμένης γνώσης του στη γλωσσολογία και κατ’ επέκταση την Άγγλο-σαξονική μυθολογία, γνώριζε πως υπήρχε ήδη ένα κενό στην ιστορία του λαού του, το οποίο θα μπορούσε να γεμίσει, και το εκμεταλλεύτηκε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Με άλλα λόγια, τα κίνητρα του για να γράψει ήταν καθαρά εσωτερικής φύσης, αφορούσαν αποκλειστικά δικά του ενδιαφέροντα (όπως η γλώσσα, ο μύθος και η ιστορία) και ανάγκες (όπως η ανάγνωση καλών ιστοριών).

Επιπρόσθετα, ο τρόπος που επέλεξε να γράψει τις ιστορίες του επιβεβαιώνει όλα τα παραπάνω: η τριλογία του Άρχοντα είναι χωρισμένη σε βιβλία, τα οποία ακολουθούν την πορεία διαφορετικών χαρακτήρων, χωρίς απαραίτητα να σέβονται τη χρονολογική σειρά των γεγονότων ή την ανάγκη του σύγχρονου αναγνώστη για σασπένς στην πλοκή. Ο Τόλκιν βέβαια δεν έχει ανάγκη δημιουργίας σασπένς στις ιστορίες τους –αν και η πλοκή τους παραμένει συναρπαστική χωρίς πολλά τερτίπια και λογοτεχνικά τεχνάσματα- απλά επειδή έχει με το μέρος του δυο σημαντικά στοιχεία: πρώτον τη δημιουργία συναρπαστικών χαρακτήρων και δεύτερον τη σύλληψη μιας πολύ καλής ιστορίας, την οποία και διηγείται με τέτοιο τρόπο, ώστε να μαγνητίζει τον αναγνώστη.

Αυτή η ανάρτηση όμως δεν έχει ως σκοπό της τον έπαινο και την ανάλυση της λογοτεχνικής ιδιοφυίας του Τόλκιν, αυτό είναι δουλειά των επαγγελματιών της λογοτεχνίας και των καθηγητών του πανεπιστημίου. Εγώ θέλω να μείνω κολλημένη στον όρο που δημιούργησε ο Τόλκιν για να χαρακτηρίσει την κορύφωση της δράσης στην πλοκή των έργων του, αυτή τη μικρή λεξούλα –eucatastrophe- που όμως μέσα της κλείνει τόση μεγάλη ελπίδα! Ο όρος δημιουργήθηκε για να σημάνει τη ξαφνική αλλαγή των γεγονότων σε μια ιστορία, η οποία, κόντρα στο σχεδόν σίγουρο αφανισμό των ηρώων που υπονοεί η έως τότε πλοκή, σηματοδοτεί εν τέλει την αναπάντεχη σωτηρία τους. Το μυστικό και η διαφορά αυτού του όρου, σε σχέση με τον όρο «από μηχανής θεός», είναι ότι η σωτηρία των πρωταγωνιστών δεν έρχεται από ένα θεϊκό πρόσωπο, που με την παρέμβασή του έδινε μια λύση στο αδιέξοδο, αλλά μέσα από τους ίδιους τους ήρωες και την έως τότε πλοκή του έργου.

Αν φανταστούμε λοιπόν πως για μια στιγμή, όλοι εμείς είμαστε οι μικροί, ασήμαντοι ήρωες των δικών μας καθημερινών μύθων, όπως οι ήρωες του Τόλκιν, και ζούμε το δικό μας προσωπικό δράμα, που όμως, γεωγραφικά τουλάχιστον, μας φέρνει όλους κοντά, μια και ζούμε στην ίδια χώρα, με τα ίδια ερεθίσματα, τα ίδια προβλήματα και λίγο-πολύ τις ίδιες ανησυχίες, μήπως δεν είναι δυνατό –λέω εγώ τώρα- να υπάρξει κάποια στιγμή και για εμάς η δική μας, συλλογική eucatastrophe;

Ξεκινάω αυτό το Φθινόπωρο λοιπόν έτσι, με αυτή την τόσο παράξενη ανάρτηση, διότι θέλω να φέρω την τέχνη πιο κοντά στη ζωή. Μέσα στην απελπισία των ημερών, όπου το μέλλον μας μοιάζει προδιαγεγραμμένο από τα οικονομικά επιτελεία του πλανήτη και η καθημερινότητα μας συχνά τυλίγεται σαν θηλιά γύρω από το λαιμό μας, εμποδίζει την ανάσα μας και στρεβλώνει την κρίση μας, εγώ κρατώ την ουσία της σκέψης ενός μεγάλου καλλιτέχνη και ενός χαρισματικού δασκάλου: ακόμη και ο πιο ασήμαντος άνθρωπος του πλανήτη μπορεί να αλλάξει το ρου της ιστορίας και ακόμη και στις πιο δύσκολες και ζοφερές στιγμές της ζωής μας υπάρχει ελπίδα.

Δεν θα ευχηθώ λοιπόν καλό Φθινόπωρο, θα πω απλά eucatastrophe στη ζωή όλων μας.