28 Απριλίου 2011

Oh! This is BAD!...very bad….


Δεν είναι που έχω παρατήσει αυτό το blog, όχι, είναι απλά που αντιστέκομαι σθεναρά στο να γράψω εντός του το οτιδήποτε πλέον. Οι λόγοι είναι πολλοί, κάποιοι καθαρά πρακτικοί, άλλοι, όμως, ξεκάθαρα συναισθηματικοί.
Στους πρακτικούς δεν θα αναλωθώ, είναι αυτονόητοι. One cannot become a saint when one works sixteen hours a day είχε γράψει κάποτε ο Jean-Paul Sartre και θα συμφωνήσω μαζί του, μόνο που αντί για «άγιος» εγώ θα έβαζα τη λέξη «φιλόσοφος». Αφήνω, λοιπόν, τη φιλοσοφία και την κριτική της πολιτικής πραγματικότητας σε αυτούς που έχουν το χρόνο και τις λαμπρές ιδέες/πολιτικές απόψεις, για την ώρα, να ερευνούν, να φιλοσοφούν και να μας διαφωτίζουν. Εγώ θα τους «θαυμάζω» από μακριά, μια και η φετινή χρονιά μου δίδαξε ένα καλό μάθημα, που ελπίζω να μην ξεχάσω ποτέ, και ας ήταν άκρως επώδυνο.
Διάβασα, που λέτε, δεκάδες αναρτήσεις πριν και μετά το Πάσχα, μα αυτά που θα ήθελα να απαντήσω σε όσα διάβαζα δεν γίνονταν λέξεις, όσο και αν πάσχισα να τα βγάλω προς τα έξω. Ίσως επειδή αυτό τον καιρό –και όσο αυτός ο καιρός προχωρά στο χρόνο- αισθάνομαι υπερβολικά μόνη ως προς τον τρόπο που βλέπω και αντιλαμβάνομαι τον κόσμο γύρω μου. Βλέπετε, εγώ δεν ήμουν ποτέ υπέρ της αλλαγής που ξεκινά ‘απ’ έξω’, ήμουν πάντα υπέρ των αλλαγών που ξεκινάνε από ‘μέσα’, από εμάς τους ίδιους και έπειτα διαχέονται και στους γύρω, και στο σύνολο. Βαρέθηκα –κυριολεκτικά- να διαβάζω αναλύσεις και σχόλια που παρουσιάζουν και κριτικάρουν τους «απ’ εξώ». Βαρέθηκα, δίχως πλάκα, τον ξύλινο λόγο των συνδικαλιστών, αλλά και των «ιδεολόγων» της μικρή μας μπλογκόσφαιράς και την ατελείωτη μουρμούρα, πασπαλισμένη με ολίγον από αριστερισμό και ολίγον από ανθρωπισμό. Όλα σε μικρές, βολικές δόσεις για να μην μπουκώνουμε κιόλας. Όλα επιφανειακά, ορθολογικά, δομημένα με προσοχή, ώστε να προκαλούμε συναίσθημα, να ανοίγουμε κουβέντα.
Τα συμπεράσματα, δε, της κουβέντας που πάντα ξεκινά είναι και τα καλύτερα. Πόσα χειροκροτήματα και πανηγυρισμούς ακόμη θα διαβάσω για τη φοβερή μας διορατικότητα και κοινωνικό-πολιτική ευαισθησία;  Πόσο πιο «ανώτερους πνευματικά», «διαφορετικούς από αυτούς που κριτικάρουμε», «ευσυνείδητους» λογαριάζουμε τους εαυτούς μας καμιά φορά; Θα χαρώ να διαβάσω –έστω και μία φορά- και μια αυτοκριτική, και ένα σιχτίρι, έστω, για τον εαυτούλη μας! Αλλά όχι, αυτή είναι η δουλειά των ποιητών, σωστά; Σ’ αυτούς έλαχε να «γιορτάζουν»  με λέξεις τις αδυναμίες και τις αποτυχίες τους. Ας είναι, μάλλον τους προτιμώ, ίσως επειδή αυτοί είναι κομματάκι πιο κοντά στην αλήθεια, που τόσο υπερεκτιμούν κάποιοι, δίχως λεπτό να την προσεγγίζουν.
Τα λόγια, λοιπόν, αυτά που θα έγραφα και εγώ, τα βρήκα στο βιβλίο ενός άντρα, που αυτά που γράφει, όχι μόνον τα πιστεύει, αλλά τα υποστηρίζει και με την ίδια του την καθημερινότητα. Τα βρήκα στις σελίδες του βιβλίου ενός άντρα, που την πίστη του στη δύναμη του γραπτού λόγου την πληρώνει καθημερινά με αναγκαστική απομόνωση και αυτοεξορία. Μια απομόνωση που δεν φοβάται να πει πως τον βαραίνει απίστευτα και τον κάνει να αμφισβητεί την αξία της σε καθημερινή βάση. Απευθυνόμενος στους συμπατριώτες του, γράφει τα παρακάτω:

«Κι όμως δε θα ήταν δύσκολο να μη φοβόμαστε πια. Θα αρκούσε να αντιδράσουμε, αλλά όχι μόνοι. Ο φόβος πηγαίνει αγκαζέ με την απομόνωση. Κάθε φορά που κάποιος υπαναχωρεί, δημιουργεί κι άλλο φόβο, που δημιουργεί ακόμα περισσότερο φόβο, σε αν εκθετικό κρεσέντο που καθηλώνει, διαβρώνει, οδηγεί αργά στην καταστροφή…Αλλά εσείς δεν θέλετε έναν τέλειο κόσμο, θέλετε μόνο μια ήσυχη και απλή ζωή, μια αποδεκτή καθημερινότητα, τη θαλπωρή μιας οικογένειας. Σκέφτεστε ότι, αν αρκεστείτε σ’ αυτό, θα γλυτώσετε από τα άγχη και τα βάσανα. Και ίσως τα καταφέρετε, ίσως καταφέρετε να βρείτε μια επίφαση ηρεμίας. Αλλά με τι τίμημα;
Αν τα παιδιά σας πρόκειται να γεννηθούν άρρωστα ή να αρρωστήσουν, αν κάποτε χρειαστεί να απευθυνθείτε σε κάποιον πολιτικό που με αντάλλαγμα την ψήφο σας θα σας δώσει μια δουλειά, χωρίς την οποία τα μικρά όνειρα και σχέδια σας θα πάνε στο βρόντο, όταν δυσκολευτείτε να πάρετε δάνειο για το σπίτι σας, ενώ οι διευθυντές των ίδιων τραπεζών θα είναι πάντα διαθέσιμοι για κείνους που κυβερνούν, όταν τα δείτε όλα αυτά, ίσως τότε αντιληφθείτε ότι δεν υπάρχει σωτηρία, ότι δεν υπάρχει κανένα προστατευόμενο περιβάλλον, ότι η στάση που θεωρούσατε ρεαλιστική και συνετά προσγειωμένη έχει μολύνει την ψυχή σας με μνησικακία και χολή που απομακρύνουν κάθε ευχαρίστηση απ΄τη ζωή σας. Γιατί αν όλα αυτά είναι θλιβερά, το θλιβερότερο όλων είναι η συνήθεια. Να συνηθίζεις ότι δεν υπάρχει τίποτα άλλο να κάνεις από το να υποταχτείς, να βολευτείς ή να το βάλεις στα πόδια.
Ρωτώ τη γη μου αν μπορεί ακόμα να φαντάζεται ότι είναι σε θέση να επιλέξει. Τη ρωτάω αν είναι σε θέση να κάνει τουλάχιστον το πρώτο αυτό βήμα προς την ελευθερία, που έγκειται στο να καταφέρει να σκεφτεί διαφορετικά, να σκεφτεί ελεύθερα. Να μην το βάλει κάτω, να μην δεχτεί σαν φυσική μοίρα εκείνο που απεναντίας είναι έργο των ανθρώπων.
Αυτοί οι άνθρωποι μπορούν να σου αρπάξουν τη γη σου και το παρελθόν σου, να σου κλέψουν την ηρεμία σου, να σε εμποδίσουν να βρεις σπίτι, να σου γράψουν προσβολές στους τοίχους του χωριού σου, μπορούν να δημιουργήσουν μια έρημο γύρω σου. Αλλά δεν μπορούν να ξεριζώσουν αυτό που μένει ως βεβαιότητα και, κατά συνέπεια, ως ελπίδα. Ότι δεν είναι δίκαιο, δεν είναι σε καμιά περίπτωση φυσιολογικό να εξαρτάται μια περιοχή από την κυριαρχία μιας ανεξέλικτης βίας και εκμετάλλευσης. Και ότι δεν πρέπει να συνεχιστεί έτσι γιατί πάντα έτσι ήταν. Άλλωστε, δεν είναι αλήθεια ότι όλα είναι πάντα ίδια: όλα είναι πάντα χειρότερα.
Γιατί η ερήμωση μεγαλώνει δυσανάλογα με τις δουλειές τους, γιατί είναι μη αναστρέψιμη, όπως η γη που μολύνθηκε άπαξ διά παντός, γιατί δεν γνωρίζει όρια. Γιατί εκεί έξω τριγυρνούν έξι αποκτηνωμένοι και αποθρασυνόμενοι δολοφόνοι, με άδεια να σκοτώνουν, που δεν σταματούν μπροστά σε κανέναν. Γιατί είναι κατ’εικόνα και καθ’ ομοίωσιν τους αυτό που κυβερνά σήμερα ετούτο τον τόπο και ό,τι τον περιμένει αύριο, μεθαύριο, στο μέλλον. Πρέπει να βρούμε τη δύναμη να αλλάξουμε. Τώρα ή ποτέ πια

 Αυτά ήταν τα λόγια του Ρομπέρτο Σαβιάνο. Αυτή είναι η εικόνα του Νότου, της Ιταλίας, της Καμμόρα, μια εικόνα τόσο μακρινή, μα και τόσο όμοια με αυτή της οικονομικής και πολιτικής μαφίας που λεηλατεί και την Ελλάδα. Ο Σαβιάνο καλεί τους συμπατριώτες του να δούνε τον εαυτό τους καλά, να τον κρίνουν και να αντιδράσουν. Τα λόγια του –πιστεύω- έχουν νόημα και για εμάς και ας μην απειλούμαστε από αυτόματα και όπλα. Είναι η νοοτροπία που συντηρεί το «έγκλημα» που διαπράττεται. Είμαστε εμείς οι ίδιοι, όπως και οι κάτοικοι του Νότου, που αγαπούμε την κριτική και τον συνδικαλισμό, μα αποφεύγουμε την αυτοκριτική, αποφεύγουμε να δούμε τον εαυτό μας στο καθρέπτη και να τον κρίνουμε, πριν βγούμε να εκφράσουμε τις περίλαμπρες απόψεις μας περί πολιτικής, περί πολιτισμού και παιδείας.

2 σχόλια:

Velvet είπε...

Μην πιστευεις παντα οτι διαβαζεις
Καποιοι πληρωνονται και για να τα γραφουν
Ακομη κι ο Σαβιανο

Δεν ειναι ψεμματα βεβαια
οτι διαβασες

Καλο μηνα...

anidifranco είπε...

@Velvet. Χμμ. Δεν ξέρω γιατί –ίσως και λόγω υπερβολικής έκθεσης σε παρόμοιες συζητήσεις- είμαι λίγο (έως πολύ) αρνητική απέναντι στις θεωρίες συνομωσίας αυτό τον καιρό. Τον Σαβιάνο τον παρακολουθώ χρόνια τώρα, τόσο στο νετ, όσο και στα διάφορα ιταλικά κανάλια, ραδιόφωνα κτλ. Βασικά θαυμάζω τη συγκροτημένη σκέψη του και λιγότερο τις απόψεις του σε κάποια θέματα. Σε ότι αφορά, όμως, τη μαλθακή συμπεριφορά κάποιων ιταλών απέναντι σε κατεστημένα, με βρίσκει σύμφωνη. Σίγουρα, η εύρεση πηγών απαιτεί και το ανάλογο δίκτυο γνωριμιών, αλλά και πάλι, σε πολλά που γράφει με βρίσκει σύμφωνη. Και τέλος, σε καμιά περίπτωση δεν θα ήθελα να ζω όπως ζει. Αυτό είναι απλά δεδομένο. Εδώ, απλά, χρησιμοποιώ τα λόγια του, μόνον επειδή νιώθω ότι θα έγραφα τα ίδια για την έλλειψη αυτοκριτικής και την έπαρση που συναντώ κάθε τόσο σε κείμενα-λόγια «ιδεολόγων» σε όλους τους χώρους.